| |||
λαθρεμπόριo; παράνομη διακίνηση; λαθρεμπόριο; παράνομο εμπόριο | |||
κυκλοφορία | |||
οδική κυκλοφορία; κίνηση; οδική κυκλοφορία/κίνηση; παράνομη μεταφορά αποβλήτων | |||
κυκλοφοριακός φόρτος | |||
French thesaurus | |||
| |||
Densité d’événements messages, trames, bits... sur un canal de transmission. FRA |
trafic: 919 phrases in 31 subjects |