DictionaryForumContacts

   Danish
Google | Forvo | +
to phrases
nærtrafik n
environ. τοπική κυκλοφορία τροχοφόρων
transp. κυκλοφορία κοντινής απόστασης; κυκλοφορία μικρής απόστασης; υπηρεσία προαστειακών γραμμών
nærtrafik: 6 phrases in 2 subjects
Environment3
Transport3