DictionaryForumContacts

   Polish
Google | Forvo | +
niewód duński
fish.farm. δίχτυ δανέζικης βιντζότρατας; δανέζα; δανέζικη σαγήνη; δανέζικη τράτα; δανέζικος γρίπος; σχοινότρατα
min.prod., fish.farm. δίχτυα δανικής τράτας' δίχτυα δανικής μηχανότρατας' δίχτυα δανικής βιντζότρατας