DictionaryForumContacts

   Polish
Google | Forvo | +
dobrowolne ograniczenie eksportu
commer., polit. Μέτρα Εξαγωγικών Αυτοπεριορισμών; αυτοπεριορισμός των εξαγωγών; εκούσιος περιορισμός κατά την εξαγωγή; εκούσιος περιορισμός των εξαγωγών