DictionaryForumContacts

   Danish
Google | Forvo | +
to phrases
distancearbejde n
commun., IT, lab.law. τηλε-εργασία
econ. εργασία εξ αποστάσεως
empl. ευέλικτος χώρος εργασίας
IT, lab.law. τηλεργασία; εργασία μέσω της πληροφορικής ή της τηλεπικοινωνίας
IT, lab.law., empl. τηλεεργασία
distancearbejde: 2 phrases in 1 subject
Information technology2