capital asset | |
econ. account. | πάγια περιουσιακά στοιχεία; πάγιες εγκαταστάσει; πάγιο ενεργητικό; πάγιο κεφάλαιο |
management | |
econ. | διαχείριση |
insur. | η διοίκηση; το μάνατζμεντ |
lab.law. | μάνατζμεντ |
law | διοικητικό προσωπικό επιχειρήσεων |
earnings | |
econ. | δεδουλευμένο εισόδημα |
liquidity | |
comp., MS | ρευστότητα |
capital, assets: 4 phrases in 4 subjects |
Finances | 1 |
Marketing | 1 |
Procedural law | 1 |
Statistics | 1 |