| |||
αναπαραγωγή βελτίωση | |||
βελτίωση με επιλογή | |||
βελτίωση ζώων; γενετική βελτίωση | |||
εκτροφή; καλλιέργεια | |||
| |||
αναπαραγωγή; αναπαραγωγή/γενετική βελτίωση | |||
βελτίωση φυτών | |||
επιλογή ζώων | |||
| |||
εκτρέφω | |||
ποικιλία | |||
ράτσα | |||
επώαση | |||
| |||
αναπαραγωγή; γενετική βελτίωση |
breeding: 333 phrases in 21 subjects |