DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
back office
commer., polit. υποστηρικτική υπηρεσία
fin. back office; διεκπεραίωση ανειλημμένων συναλλαγών; τμήμα διακανονισμού χρηματιστηριακών συναλλαγών; back-office; τμήμα υποστήριξης
back office: 4 phrases in 1 subject
Finances4