DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
afstandsverkoop van financiële diensten
commer., fin., commun. εξ αποστάσεως εμπορία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών; εξ αποστάσεως εμπορία χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών