DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
absentéisme m
econ. συστηματική απουσία από την εργασία
lab.law. απουσία λόγω ασθενείας; απουσία μισθωτού
law, lab.law. απουσιασμός; αποχή κατ'επανάληψη; συχνή έλλειψη; συχνή απουσία
absentéisme: 4 phrases in 3 subjects
General1
Labor law2
Social science1