capital adequacy | |
fin. | επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων; κεφαλαιακή επάρκεια' επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων |
asset quality | |
fin. | ποιότητα στοιχείων ενεργητικού; ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων |
management | |
econ. | διαχείριση |
insur. | η διοίκηση; το μάνατζμεντ |
lab.law. | μάνατζμεντ |
law | διοικητικό προσωπικό επιχειρήσεων |
law econ. | διοίκηση |
earnings | |
econ. | δεδουλευμένο εισόδημα |
liquidity | |
comp., MS | ρευστότητα |
| |||
επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων; κεφαλαιακή επάρκεια' επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων |
Capital adequacy: 10 phrases in 2 subjects |
Finances | 9 |
Law | 1 |