DictionaryForumContacts

   Maltese
Google | Forvo | +
to phrases
ċessjoni abbr.
fin. διαδικασία "give-up"
law, commer. εκποίηση, πώληση, μεταβίβαση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων
proced.law., market., fin. εκχώρηση; μεταβίβαση; μεταβίβαση ενός περιουσιακού δικαιώματος; μεταβίβαση της κυριότητας
ċessjoni: 2 phrases in 2 subjects
Accounting1
Law1