DictionaryForumContacts

   Greek
Google | Forvo | +
πιστοποιητικό εκδιδόμενο υπό επιχειρήσεως αντί ονομαστικών μετοχών,εμφαίνον την έκταση των δικαιωμάτων του δικαιούχου επί της εταιρικής περιουσίας
market., fin. Namen Partizipationsschein; Namen PS