DictionaryForumContacts

   Greek Italian
Google | Forvo | +
τυχον | χρεωστικο υπολοιπο
 χρεωστικό υπόλοιπο
econ. fin. account. saldo passivo
| απο
 από
gen. da
κερδοσκοπικες | συναλλαγες
 συναλλαγές
account. operazioni
αγοραπωλησιων