DictionaryForumContacts

   Greek
Google | Forvo | +
όργανο σε σχήμα ημικύκλιου,με διαβαθμισμένη περίμετρο,για τη μέτρηση των γωνιών ή τη χάραξη μιας ορισμένης γωνίας
scient. protractor