| |||
ορθοστάτης | |||
δοχείο | |||
| |||
τοίχος ποδός | |||
τοίχωμα; τείχος; τοίχος; τοίχωμα/τοίχος/τοιχείο/τείχος; τοίχωμα/τοίχος/τοιχείο/τείχος | |||
λέβητας; πλευρικό τοίχωμα | |||
| |||
βίντσι | |||
βίντσικν. | |||
κυματοειδές σχοινί; ανομοιογενής λωρίδα | |||
βαρούλκο; γρύλλος; μηχανισμός ανύψωσης; κρίκος ανύψωσης; γρύλος ανύψωσης | |||
περιλλόκαυλον το αρουραίον (Convolvulus arvensis) | |||
χειροκίνητο βαρούλκο | |||
| |||
άνεμος | |||
αέρας εμφύσησης | |||
Ρεύμα αέρα | |||
| |||
σχοινία | |||
| |||
παρειά (paries); τοίχωμα (paries) | |||
| |||
παρειακός; τοιχωματικός; βρεγματικός |
Wand: 147 phrases in 20 subjects |