DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Gehörschutz m
environ. προστασία προστατευτικό της ακοής; προστασία προστατευτικό της ακοής
lab.law., transp. προστατευτικό μέσο της ακοής; ωτασπίδες
Gehörschützer m
lab.law., transp. ωτασπίδες; προστατευτικό μέσο της ακοής
Gehörschutz: 2 phrases in 2 subjects
Labor law1
Medical1