DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Arbeitssicherheit f
gen. εργασιακή ασφάλεια,ασφάλεια στην εργασία
econ. ασφάλεια στην εργασία
environ. εργασιακή ασφάλεια; εργασιακή ασφάλεια/ασφάλεια στην εργασία
pharma., lab.law. επαγγελματική ασφάλεια; η ασφάλεια της απασχόλησης
Arbeitssicherheit: 8 phrases in 6 subjects
General2
Health care1
Industry1
Labor law1
Law2
Social science1