DictionaryForumContacts

   Italian
Google | Forvo | +
to phrases
forchetta f
agric. δίκρανο ανύψωσης δεματίου
commun. διάταξη τερματισμού διοδεύσεων; συσκευή τερματικού; τερματική διάταξη
commun., el. διαφορικός μετασχηματιστής; διχάλη; υβριδικό τύλιγμα; υβριδικός μετασχηματιστής
IT, el. τετρασύρματη ομάδα απόληξης
mun.plan. πηρούνι
nat.sc., agric. περόνη
transp. συνδεσμολογία ελέγχου
forchetta: 25 phrases in 8 subjects
Communications4
General1
Industry1
Mechanic engineering7
Medical2
Municipal planning7
Natural sciences1
Transport2