banda | |
gen. | συγκρότημα |
med. | ταινία; ζώνη; επίδεση; επίδεσμος; περίδεση με επίδεσμο; ζώνη I |
stratificato | |
industr. construct. | στρώση από πλαστική ύλη |
| |||
συγκρότημα | |||
ταινία; ζώνη; επίδεση; επίδεσμος; περίδεση με επίδεσμο; ζώνη I; ιμάντας; λουρί; λουρίδα; λωρίδα; σύνδεσμος | |||
σπείρα; συμμορία |
banda: 642 phrases in 28 subjects |