landbrug | |
econ. agric. | γεωργική εκμετάλλευση; αγροτική εκμετάλλευση; αγροτική επιχείρηση |
vand | |
econ. | νερό |
industr. | υδατώδες |
spildevand | |
econ. | λύματα |
| |||
γεωργική εκμετάλλευση; αγροτική εκμετάλλευση; αγροτική επιχείρηση | |||
γεωργία; γεωργικός τομέας; αγρόκτημα; εκμετάλλευση καλλιεργειών; γεωργία/γεωργικός τομέας |
landbrug: 308 phrases in 28 subjects |