DictionaryForumContacts

   Danish
Google | Forvo | +
kapacitetsomkostninger n
construct. οργανικά έξοδα; έμμεσα έξοδα; γενικά έξοδα; κοινωφελείς δαπάνες
mater.sc., el. δαπάνες εγκαταστάσεων; δαπάνες παγίων; κόστος ισχύος; κόστος κεφαλαίων επενδύσεων; σταθερό κόστος