DictionaryForumContacts

   Danish
Google | Forvo | +
frekvensfilter n
gen. φίλτρο συχνότητας
el. διάταξη διαμόρφωσης συχνοτήτων; διάταξη καθαρισμού συχνοτήτων; φίλτρο
environ. ακουστικό φίλτρο