DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
dextro-ocularidade
med. κατάστασις κατά την οποία η οπτική οξύτης είναι μεγαλύτερη στο δεξιό οφθαλμό και για αυτό χρησιμοποιείται περισσότερο του αριστερού