DictionaryForumContacts

   Portuguese Greek
Google | Forvo | +

to phrases
desvio n
agric. αγωγός μπάιπαςκν.; αγωγός παράκαμψης
agric., construct. διακλάδωσις σιδηροδρομικής γραμμής
chem., el. εκτροπή οπής γεώτρησης
commun., industr. εκτροπή
earth.sc., environ. δόνηση κατά την διεύθυνση του άξονα χ
el. ολίσθηση; αναδρομολόγηση; εναλλακτική δρομολόγηση; εναλλακτική κατεύθυνση; εναλλακτική όδευση
industr., construct., chem. εκτροπή,παρέκκλισις,απόκλισις,κάμψις
industr., construct., met. εσφαλμένο κεντράρισμα
IT, tech. Διολίσθηση
law, transp., avia. αεροπειρατεία
math. απόκλιση
mech.eng. κατακόρυφη παραμόρφωση; κατακόρυφη απόκλιση
social.sc. έκτροπη κοινωνική συμπεριφορά; παρέκκλιση
stat. αποκλίνουν; απόκλισις; απόκλιση
stat., scient. αποκλίνω; παρεκκλίνω
transp. παρακαμπτήριος; διακλάδωση; παρακαμπτήρια γραμμή
transp., avia. έκπτωση; εκτροπή / διαφοροποίηση αεροδρομίου προορισμού
desvio: 472 phrases in 32 subjects
Agriculture7
Chemistry1
Communications45
Construction10
Earth sciences17
Economy4
Electronics59
Finances30
General8
Health care5
Industry15
Information technology10
Insurance3
Labor law1
Law20
Life sciences18
Marketing7
Materials science1
Mathematics34
Mechanic engineering18
Medical9
Metallurgy6
Natural sciences3
Nuclear physics1
Physical sciences1
Scientific1
Social science1
Statistics59
Taxes1
Technology27
Textile industry2
Transport48