physical oceanography | |
environ. | φυσικη ωκεανογραφία; φυσικη ωκεανογραφία |
of | |
gen. | από |
the | |
gen. | ή |
workshop | |
gen. | εργαστήριο; τυπογραφείο; σεμινάρια υπό μορφήν "εργαστηρίων" |
ed. | σεμινάριο |
| |||
φυσικη ωκεανογραφία | |||
| |||
φυσικη ωκεανογραφία |
physical: 56 phrases in 20 subjects |