DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
joint custody ['ʤɔɪnt'kʌstədɪ]
fin. κοινή παρακαταθήκη
law από κοινού γονική μέριμνα
proced.law. εκ περιτροπής επιμέλεια; εναλλασσόμενη επιμέλεια; κοινή επιμέλεια; συνεπιμέλεια; εκ περιτροπής διαμονή