international cable | |
commun. | διεθνές καλώδιο |
circuit | |
commun. | κύκλωμα' τηλεπικοινωνιακό κύκλωμα |
el. | τριφασική γραμμή μεταφοράς |
IT | τηλεπικοινωνιακή οδός; τηλεπικοινωνιακό κύκλωμα; τηλεπικοινωνιακός φορέας |
| |||
διεθνές καλώδιο |
international cable: 1 phrase in 1 subject |
Information technology | 1 |