facsimile | |
commun. | τηλεγραφία facsimile; τηλομοιογραφία; τηλεομοιτυπία |
econ. | τηλεαντιγραφή |
R&D. | τηλεομοιοτυπία; τηλομοιοτυπία; τελεφάξ; συσκευή τηλεομοιοτυπίας' τηλεομοιοτυπική συσκευή; |
chart | |
environ. | Χάρτης; Χάρτα; Χάρτης/Χάρτα |
| |||
πανομοιότυπο | |||
| |||
τηλεγραφία facsimile; τηλομοιογραφία; τηλεομοιτυπία | |||
τηλεαντιγραφή | |||
τηλεομοιοτυπία; τηλομοιοτυπία; τελεφάξ; συσκευή τηλεομοιοτυπίας' τηλεομοιοτυπική συσκευή; | |||
πιστό αντίγραφο | |||
English thesaurus | |||
| |||
fs; fx |
facsimile: 75 phrases in 4 subjects |
Communications | 54 |
Electronics | 2 |
General | 2 |
Information technology | 17 |