DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
to phrases
current-carrying capacity
energ.ind. μέγιστο επιτρεπόμενο ρεύμα
energ.ind., el. δυναμικότητα μεταφοράς ρεύματος; μέγιστη αποδεκτή ένταση ρεύματος; τρέχουσα ισχύς ρεύματος; χωρητικότητα μεταφοράς ρεύματος
current-carrying capacity: 2 phrases in 1 subject
Energy industry2