combustion | |
environ. | αποτέφρωση αποβλήτων; αποτέφρωση των απορριμμάτων |
intensity | |
agric. construct. | βαθμός αρδευτικής αξιοποιήσεως |
cultur. life.sc. | καθαρότης |
earth.sc. | σεισμική ένταση |
| |||
αποτέφρωση αποβλήτων; αποτέφρωση των απορριμμάτων | |||
καύση | |||
English thesaurus | |||
| |||
comb | |||
| |||
Engineering |
combustion: 207 phrases in 22 subjects |