cable TV | |
commun. IT | καλωδιακή τηλεόραση; τηλεοπτική λήψη με περιοχική κεραία; τηλεόραση συλλογικής κεραίας |
provider | |
gen. | πάροχος |
| |||
καλωδιακή τηλεόραση; τηλεοπτική λήψη με περιοχική κεραία; τηλεόραση συλλογικής κεραίας |
cable TV: 3 phrases in 1 subject |
Communications | 3 |