adaptive | |
med. | προσαρμοστικός |
planning | |
construct. | χρονικό πρόγραμμα; χωροταξία; χωροταξικός σχεδιασμός; σχεδιασμός; περιβαλλοντικός σχεδιασμός |
econ. | κεντρικά κατευθυνόμενη |
environ. | σχεδιασμός; προγραμματισμός; σχεδιασμός/προγραμματισμός |
| |||
προσαρμοστικός |
adaptive: 103 phrases in 15 subjects |