| |||
υπεύθυνος λήψης αποφάσεων (A person who is responsible for the administration of a business) | |||
υπεύθυνος λήψης αποφάσεων | |||
| |||
υπεύθυνος λήψης αποφάσεων | |||
Υπεύθυνος αξιωματικός της διεθνούς αίτησης | |||
| |||
φορείς λήψεως αποφάσεων |
Decision Maker: 6 phrases in 3 subjects |
Communications | 1 |
Education | 1 |
General | 4 |