DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Accounting containing evidence | all forms
EnglishGreek
appropriate audit evidenceκατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία ελέγχου
audit evidenceαποδεικτικά στοιχεία ελέγχου
audit evidenceαποδεικτικά στοιχεία
competent audit evidenceκατάλληλο αποδεικτικό στοιχείο
corroborative evidenceεπιβεβαιωτικά αποδεικτικά στοιχεία
persuasiveness of audit evidenceπειστικότητα των ελεγκτικών τεκμηρίων
reasonable audit evidenceεύλογο αποδεικτικό στοιχείο ελέγχου
reasonable audit evidenceεύλογο αποδεικτικό στοιχείο
reasonable evidenceεύλογο αποδεικτικό στοιχείο ελέγχου
reasonable evidenceεύλογο αποδεικτικό στοιχείο
relevant audit evidenceσυναφή αποδεικτικά στοιχεία
relevant audit evidenceσυναφή αποδεικτικά στοιχεία ελέγχου
relevant audit evidenceσυναφή ελεγκτικά τεκμήρια
relevant evidenceσυναφή αποδεικτικά στοιχεία ελέγχου
relevant evidenceσυναφή αποδεικτικά στοιχεία
reliable audit evidenceαξιόπιστα αποδεικτικά στοιχεία ελέγχου
substantive evidenceουσιαστικά αποδεικτικά στοιχεία
sufficient audit evidenceεπαρκή αποδεικτικά στοιχεία ελέγχου
written evidenceέγγραφα αποδεικτικά στοιχεία