DictionaryForumContacts

   Danish
Terms for subject Commerce containing abe | all forms
DanishGreek
frit ab kajελεύθερο παραπλεύρως του πλοίου
pris ab fabrikτιμή εκ του εργοστασίου
pris ab fabrikτιμή παραγωγού
pris ab fabrikτιμή στο εργοστάσιο
pris ab fabrikτιμή παραγωγής
pris ab fabrikτιμή εργοστασίου
pris ab fabrikαξία σε τιμές παραγωγού
pris ab værkαξία σε τιμές παραγωγού
pris ab værkτιμή παραγωγής
pris ab værkτιμή παραγωγού
pris ab værkτιμή εκ του εργοστασίου
pris ab værkτιμή εργοστασίου
pris ab værkτιμή στο εργοστάσιο
salg ab lagerπληρωμή-παραλαβή