DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Chemistry containing σημείο | all forms
GreekGerman
αρχικό σημείο βρασμούSiedebeginn
ατμοσφαιρικό σημείο ζέσεωςSiedepunkt bei Normaldruck
ισοηλεκτρικό σημείοI.P.
ισοηλεκτρικό σημείοI.E.P.
κίτρινο σημείοgelbe Flammenspitze
λίπος με χαμηλό σημείο πήξηςFett mit niedrigem Gefrierpunkt
ουσία με υψηλό σημείο ζέσεωςhochsiedende Substanz
σημείο 10Anlassbarkeit eines Kraftstoffes
σημείο έναρξης βρασμούSprudelpunkt
σημείο έναρξης δακρύσματοςRegengrenze
σημείο ανάφλεξηςBrennpunkt
σημείο ανάφλεξηςFlammpunkt
σημείο απόφραξης του φίλτρου εν ψυχρώCFPP-Punkt
σημείο ατέλειας κρυσταλλικού πλέγματοςGitterstörstelle
σημείο ατμοποίησηςVerdampfungspunkt
σημείο θολώσεωςTrübungspunkt
σημείο καθοδικής προστασίαςkathodische Schutzanlage
σημείο καύσηςBrennpunkt
σημείο κρυστάλλωσηςKristallisationspunkt
σημείο λάμδαLambda-Punkt
σημείο μέγιστης κατανάλωσηςStundenspitze
σημείο μέγιστης κατανάλωσηςTagesspitze
σημείο μέγιστης κατανάλωσηςMonatsspitze
σημείο μέτρησης δυναμικούPotentialmeßstelle
σημείο μέτρησης πίεσηςDruckaufnehmer
σημείο πήξηςGefrierpunkt
σημείο πήξηςErstarrungspunkt
σημείο παγίδευσης εμβόλουMolchstation
σημείο πλημμυρίσματοςUeberflutungspunkt
σημείο πλημμυρίσματοςFlutpunkt
σημείο ροήςFließpunkt
σημείο σταθερής σύστασηςUebergangspunkt zu konstanter Zusammensetzung
σημείο σταθερής σύστασηςKnickpunkt
σημείο σταθερής σύστασηςAbflachungspunkt der Kurve
σημείο στερεοποίησηςGefrierpunkt
σημείο στερεοποίησηςErstarrungspunkt
σημείο τήξηςSchmelztemperatur
σημείο τήξηςSchmelzpunkt
σημείο τροφοδότησηςZulaufstelle
τελικό σημείοTitrationsendpunkt
τελικό σημείο απόσταξηςSiedeende
τελικό σημείο βρασμού ενός κυπέλλουSiedeende eines Schnittes
τελικό σημείο της τιτλοδότησηςTitrationsendpunkt