DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Environment containing σημείο | all forms
GreekGerman
Αρχικό σημείο επαφήςPrimärer Kontaktpunkt
δείκτης ισοδυνάμου δόσεως βάθους σε ένα σημείοTiefen-Aquivalentdosisindex in einem Punkt
δείκτης ισοδυνάμου δόσεως επιφανείας σε ένα σημείοSchalen-Aquivalentdosisindex in einem Punkt
Διεθνές Σημείο Αναφοράς του Συστήματος Δεδομένων Κύκλου ΖωήςILCD-Datennetzwerk
θέση ή σημείο αναφοράςMesspunkt
κεντρικό σημείο συλλογήςzentrale Sammelstelle
Ο ρυθμός έκθεσης στο σημείο μέγιστης αμαύρωσης του φιλμ.die Ionendosisleistung an der Stelle der grossten Filmschwaerzung
προστασία στο σημείο απόρριψηςSchutz an der Einleitungsstelle
Πρωτεύον σημείο επαφήςPrimärer Kontaktpunkt
σημείο εκπομπήςEmissionspunkt
σημείο εκπομπήςEmissionsort
σημείο εκπομπήςEmissionsquelle
σημείο μέτρησηςPunktmessung
σημείο/στιγμή/αιχμή/βαθμός/βελόνα/σταθμόςPunkt
σημείο υδροληψίας πόσιμου ύδατος' σημείο υδροληψίας ύδατοςTrinkwassereinzugsgebiet
χλωρίωση ως το κρίσιμο σημείοChlorierung bis zum kritischen Punkt