DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Environment containing δοκιμασία | all forms
GreekGerman
δείγμα για δοκιμασίαTestprobe
δοκιμή/δοκιμασία/εξέταση/δίκηProzeß
δοκιμασία για ανίχνευση ικανότητας καρκινογένεσηςKanzerogenitätsprüfung
δοκιμασία καρκινογενετικότηταςKanzerogenitätsprüfung
δοκιμασία κατά AmesAMES-Test
δοκιμασία σε ελεγχόμενο περιβάλλονPruefung unter umgebungsbedingter Beanspruchung
Δοκιμασία υλικώνMaterialprüfung
περιβαλλοντική δοκιμασίαumgebungsbedingte Beanspruchung
ταχεία δοκιμασία δοκιμήSchnelltest
ταχεία δοκιμασίαSchnelltest
τυχαία δοκιμασία δοκιμήStichprobe
τυχαία δοκιμασίαStichprobe