DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Transport containing συγκόλληση | all forms
GreekEnglish
κανονικοποιώ τη συγκόλληση με αναθέρμανσηto re-heat the joint after welding
κανονικοποιώ τη συγκόλληση με αναθέρμανσηto normalise the welded joint
οργανική συγκόλλησηorganic sealant
οργανική συγκόλλησηorganic bonding
συγκόλληση κατά κεφαλήbutt welding
συγκόλληση κατ'άκρονbutt welding
συγκόλληση με μηχανήmachine welding
συγκόλληση πίσω όψηςback weld
συγκόλληση των σιδηροτροχιώνrail welding
συγκόλληση υάλου με ύαλοglass-glass sealant
συγκόλληση υάλου με ύαλοglass-glass bonding
συναρμολόγηση με συγκόλλησηwelded assembly
σύνδεση με συγκόλλησηwelded assembly
σύνδεση με συγκόλλησηwelded bond