DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject General containing δοκιμασία | all forms
GreekGerman
δοκιμασία αιμοσυγκόλλησηςHämagglutinationstest
δοκιμασία επαγγελματικής επάρκειαςEignungsprüfung
δοκιμασία με υπερήχους,εξέταση με υπερήχουςUltraschallprüfung
δοκιμασία ΠαπανικολάουPap-Abstrich
δοκιμασία φθοριζόντων αντισωμάτωνFluoreszenzantikörpertest
προκαταρκτική δοκιμασίαVorauswahlprüfung
τροποποιημένη δοκιμασία MITImodifizierter MITI-Test