DictionaryForumContacts

   German
Terms for subject General containing L | all forms | exact matches only
GermanGreek
belgische Vereinigung "Front de l'Indépendance"Βελγικός σύνδεσμος "μέτωπο ανεξαρτησίας"
die Verordnungen werden im Amtsblatt der Gemeinscha,t veroeffentlicht %R F EWGV l9l,lοι κανονισμοί δημοσιεύονται στην Eπίσημη Eφημερίδα της Kοινότητος
die Wiederernennung ausscheidender Richter ist zulaessig 2RF EWGV l67,4επιτρέπεται ο επαναδιορισμός εξερχομένων δικαστών
fuer die Beachtung des Absatzes l Sorge tragenελέγχουν την τήρηση του κανόνος που διατυπώνεται στην παράγραφο 1
Lμffelκουτάλι (cochlearium)
L-Natriumtartrateάλατα του τρυγικού οξέος με νάτριο ; Ε 335
L-Richtungδιεύθυνση L
nach Massgabe der Artikel l2,l3 und l4κατά τα άρθρα 12,13 και 14
rostlΦsendes βlαντισκωριακό λάδι
RostschutzΦlαντισκωριακό λάδι
Salz der DL- oder L-Apfelsäureμηλικό νάτριο ; μηλικό νάτριο άλας του DL-μηλικού οξέος ή του L-μηλικού οξέος Ε 350 i