Subject | Hungarian | Greek |
gen. | a talaj feletti szabad magasság | απόσταση από το έδαφος |
transp., mil., grnd.forc. | a talaj referenciavonala | επίπεδο αναφοράς εδάφους |
environ. | a talaj szénkészlete | εδαφικός άνθρακας |
earth.sc., agric. | a talaj szívóereje | εδαφική αναρρόφηση |
earth.sc., agric. | a talaj szívóereje | απορρόφηση από το έδαφος |
gen. | a talajjal érintkezõ felület | σημείο επαφής με το έδαφος |
environ., agric. | degradálódott talaj | υποβαθμισμένο έδαφος |
environ., agric. | degradálódott talaj | υποβαθμισμένo έδαφος |
environ., UN | Jegyzőkönyv a savasodás, az eutrofizáció és a talaj közeli ózon csökkentéséről | Πρωτόκολλο στη σύμβαση του 1979 για τη διαμεθοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας σε μεγάλη απόσταση, για την μείωση της οξίνισης, του ευτροφισμού και του τροποσφαιρικού όζοντος |
environ., agric. | leromlott talaj | υποβαθμισμένο έδαφος |
environ., agric. | leromlott talaj | υποβαθμισμένo έδαφος |
environ. | lúgos talaj | αλκαλικό έδαφος |
environ. | szennyezett talaj | μολυσμένο έδαφος |
earth.sc., environ. | szerves talaj | οργανικόν έδαφος |
environ. | szénmegkötés a talajban | παγίδευση του διοξειδίου του άνθρακα στο έδαφος |
econ. | talaj-előkészítés | προετοιμασία του εδάφους |
econ. | talaj kondicionálása | βελτιωτικά του εδάφους |
environ. | talaj szervesszén-tartalma | οργανικός άνθρακας του εδάφους |
environ. | talaj sótartalom | αλατότητα του εδάφους |
environ. | talaj-ásványtan | ορυκτολογία εδάφους |
econ. | talajok és kőzetek | ορυκτά και πετρώματα |
environ. | talajon keresztül tisztítás | καθαρισμός διαμέσου του εδάφους |
environ. | vízbeszivárgás a talajba | απορρόφηση νερού από το έδαφος |
environ., UN | évi Göteborgi Jegyzőkönyv a savasodás, az eutrofizáció és a talaj közeli ózon csökkentéséről | Πρωτόκολλο στη σύμβαση του 1979 για τη διαμεθοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας σε μεγάλη απόσταση, για την μείωση της οξίνισης, του ευτροφισμού και του τροποσφαιρικού όζοντος |