DictionaryForumContacts

   French
Terms for subject General containing radio | all forms | exact matches only
FrenchGreek
affection radio-induiteβλάβη από ακτινοβολία
base de données radio-écologiquesραδιοοικολογική βάση δεδομένων
dispositif de radio-tirageσυσκευή κατεύθυνσης
déchet radio-actifραδιενεργό απόρριμμα
déchet radio-actifραδιενεργά απόβλητα
effet héréditaire radio-induitκληρονομικές επιπτώσεις λόγω έκθεσης σε ακτινοβολίες
indicatif radio internationalδιεθνής αριθμός κλήσης
microphone radioραδιοφωνικό μικρόφωνο
observation par radioραδιοπαρατήρηση
opérateur radioαξιωματικός ασυρμάτου; χειριστής ασυρμάτου
opérateur radio-téléphonisteαξιωματικός ασυρμάτου; χειριστής ασυρμάτου
opérateur radio-électricienαξιωματικός ασυρμάτου; χειριστής ασυρμάτου
radio-phare omnidirectionnel de radionavigationραδιοφάρος VΟR,πολυακτινικός ραδιοφάρος VHF