French | Greek |
analyseur de gaz | συσκευή αναλύσεως αερίων |
analyseur de gaz | αυτόματος αναλυτής αερίων |
appareil de comptoir à gaz | αεριόμετρο |
appareil de réabsorption de concentration des gaz | συσκευή επαναπορρόφησης συγκεντρώσεων αερίου |
appareil de réabsorption de concentration des gaz | επαναπορροφητήρας συμπύκνωσης αερίου |
appareil d'utilisation du gaz | συσκευή αερίου |
appareil d'utilisation du gaz non raccordé | συσκευή αερίου μη συνδεδεμένη με απαγωγό καπνού |
appareil d'utilisation du gaz raccordé | συσκευή αερίου συνδεδεμένη με απαγωγό καπνού |
arrivée du gaz | παροχή αερίου |
Attention! Ne pas utiliser en combinaison avec d'autres produits. Peut libérer des gaz dangereux chlore. | Προσοχή! Να μην χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με άλλα προϊόντα. Μπορεί να ελευθερωθούν επικίνδυνα αέρια χλώριο. |
Au contact de l'eau, dégage des gaz toxiques. | Σε επαφή µε το νερό ελευθερώνονται τοξικά αέρια. |
Au contact d'un acide, dégage un gaz toxique. | Σε επαφή µε οξέα ελευθερώνονται τοξικά αέρια. |
Au contact d'un acide, dégage un gaz très toxique. | Σε επαφή µε οξέα ελευθερώνονται πολύ τοξικά αέρια. |
barboteur à gaz | ιδιοσυσκευή για τον διαχωρισμό αερίων φυσσαλίδων |
bouteille de lavage de gaz | φιάλη εκπλύσεως αερίου |
bouteille à gaz | φιάλη αερίου |
brûleur adaptable à tous les gaz | πολύκαυστος καυστήρας |
brûleur adaptable à tous les gaz | καυστήρας παντός αερίου |
brûleur "tous gaz" | πολύκαυστος καυστήρας |
brûleur "tous gaz" | καυστήρας παντός αερίου |
brûleur à gaz surpressé | καυστήρας αερίου υψηλής πίεσης |
canalisation de gaz | αγωγός αερίου |
capacité en gaz | χωρητικότητα σε αέριο |
champ de gaz naturel | πεδίο φυσικού αερίου |
cheminée d'évacuation des gaz | αγωγός εκκένωσης αερίων |
chromatographe automatisé à gaz | αυτόματος χρωματογράφος σε αεριώδη φάση |
chromatographie de partage gaz-liquide | χρωματογραφία με ισοκατανομή υγρού/αερίου |
chromatographie gaz-liquide | χρωματογραφία με ισοκατανομή υγρού/αερίου |
coefficient de compression du gaz en place | συντελεστής συμπίεσης αερίου |
compresseur à moteur à gaz | συμπιεστής με αεριοκινητήρα |
compteur de gaz à raccord unique | αεριομετρητής με ένα συνδέτη |
compteur à gaz de type humide | υγρό αερόμετρο |
conduit de gaz du gazogène | αγωγός αερίου αεριογόνου συσκευής |
conduite distributrice de gaz | αγωγός αερίου |
consommation de gaz | κατανάλωση αερίου |
consommation spécifique de gaz | ειδική κατανάλωση αερίου |
Contient un gaz réfrigéré | Περιέχει αέριο υπό ψύξη· μπορεί να προκαλέσει εγκαύματα ψύχους ή τραυματισμούς. |
Contient un gaz sous pression | Περιέχει αέριο υπό πίεση· εάν θερμανθεί, μπορεί να εκραγεί. |
contour de la zone à gaz | περίγραμμα κοιτάσματος αερίου |
coupe-gaz | βαλβίδα διακοπής λόγω πίεσης |
couper les gaz | κόβω καύσιμα |
courant de gaz porteur | ρεύμα φέροντος αερίου |
date du changement de gaz | ημέρα μετατροπής |
distillat de gaz naturel | απόσταγμα φυσικού αερίου |
distillation par des gaz de balayage | απανθράκωση με κυκλοφορία αέρα |
débit nominal de gaz | ονομαστικός ρυθμός αερίου |
débit nominal de gaz | κανονικός ρυθμός αερίου |
Dégage au contact de l'eau des gaz inflammables. | Σε επαφή με το νερό ελευθερώνει εύφλεκτα αέρια. |
Dégage au contact de l'eau des gaz inflammables qui peuvent s'enflammer spontanément. | Σε επαφή με το νερό ελευθερώνει εύφλεκτα αέρια τα οποία μπορούν να αυτοαναφλεγούν. |
détection de gaz dans les boues de forage | ανίχνευση αερίου στην ιλύ της γεώτρησης |
enlèvements de gaz | λήψη αερίου |
essence de gaz naturel | φυσική βενζίνη |
expansion de gaz | διάχυση αερίου |
extraction du gaz naturel | παραγωγή φυσικού αερίου |
extraction du gaz naturel | εξόρυξη φυσικού αερίου |
fabrication avec incorporation des gaz de soufflage | παραγωγή με προσθήκη του αερίου εμφύσησης |
famille de gaz | οικογένεια αερίων |
formation de gaz | σχηματισμός αερίων |
four à chauffage interne par gaz de balayage | κάμινος με κυλοφορία αερίου |
four à dilution de gaz riche | κάμινος με έναυση από καυστήρα ευρισκόμενο από κάτω |
fournitures de gaz | παράδοση αερίου |
foyer à gaz comprimé | φωτεινή πηγή πεπιεσμένου αερίου |
foyer à gaz surpressé | φωτεινή πηγή πεπιεσμένου αερίου |
friction du gaz | τριβή αερίου |
gaz alcalin | αλκαλικό αέριο |
gaz ammoniac | αέριο αμμωνίας |
gaz capable de provoquer ou de favoriser la combustion d'autres matières plus que l'air seul ne pourrait le faire | αέριο το οποίο μπορεί να προκαλέσει ή να συμβάλει στην καύση άλλου υλικού περισσότερο από ό,τι ο αέρας |
gaz caustiques | καυστικά αέρια |
gaz combustibles | καύσιμα αέρια |
gaz comprimé | συμπιεσμένο αέριο |
gaz comprimé | πεπιεσμένο αέριο |
gaz-coussin d'origine | γηγενές προσκέφαλο αερίου |
gaz-coussin injecté | εγχυθέν προσκέφαλο αερίου |
gaz-coussin natif | γηγενές προσκέφαλο αερίου |
gaz d'ammoniaque | άνυδρος αμμωνία |
gaz d'ammoniaque | αμμωνία |
gaz de base | αέριο βάσης |
gaz de carbonisation à basse température | αέριο απανθράκωσης σε χαμηλή θερμοκρασία |
gaz de colonne de prédistillation | αέριο πύργου προεκτόνωσης |
gaz de colonne de prédistillation | αέριο πύργου προαπόσταξης |
gaz de combat | Πολεμικό αέριο |
gaz de craquage | αέριο πυρόλυσης |
gaz de dilution | αραιωτικό αέριο |
gaz de dilution | αέριο αραίωσης |
gaz de distribution publique | αστικό αέριο |
gaz de distribution publique | αέριο δίκτυου διανομής |
gaz de four métallurgique | αέριο μεταλλουργικού καμινιού |
gaz de fumier | αέριο κοπριάς |
gaz de haute pureté | αέριο υψηλής καθαρότητας |
gaz de p.c.moyen | αέριο μέσης θερμαντικής ικανότητας |
gaz de pyrolyse | αέριο πυρόλυσης |
gaz de surface | αέριο στρώμα επιφάνειας |
gaz de synthèse | συνθετικό αέριο |
gaz des marais | μεθάνιο |
gaz d'huile mélangée | αέριο ελαίου ανάμειξης |
gaz disponible | διαθέσιμο αέριο |
gaz dissous | διαλελυμένο αέριο |
gaz dont on élimine le soufre | αποθειωμένο αέριο |
gaz dont on élimine le soufre | αέριο από το οποίο αφαιρείται το θείο |
gaz d'origine | γηγενές αέριο |
gaz dégagé pendant le chargement | αέριο εκπεμπόμενο κατά τη φόρτωση |
gaz d'étalonnage | αέριο βαθμονόμησης |
gaz en compteur | μη χρεωμένο αέριο |
gaz en place | ολικός όγκος αερίου |
gaz en place | αέριο στο κοίτασμα |
gaz en place initial | αρχικό αέριο στο κοίτασμα |
Gaz extrêmement inflammable. | Εξαιρετικά εύφλεκτο αέριο. |
gaz hydrocarboné | αέριο υδρογονάνθρακα |
gaz hydrogéné | υδρογονωμένο αέριο |
gaz indigène | γηγενές αέριο |
gaz inerte | σπάνιο αέριο |
gaz inerte | ευγενές αέριο |
gaz inerte | αδρανές αέριο |
gaz inerte comprimé | συμπιεσμένο αδρανές αέριο |
Gaz inflammable. | Εύφλεκτο αέριο. |
gaz inflammable | εύφλεκτο αέριο |
gaz injecté | επείσακτο αέριο |
gaz injecté | εγχυθέν αέριο |
gaz intégral | αέριο πλήρους εξαερίωσης |
gaz intégral | αέριο πλήρους αεριοποίησης |
gaz lacrymogène | δακρυγόνο αέριο |
gaz liquéfié réfrigéré | υγροποιημένο αέριο υπό ψύξη |
gaz mixte | μικτό αέριο |
gaz mixte de gazogène | πτωχό ημιϋδαταέριο |
gaz moutarde | αέριο μουστάρδας |
gaz moutarde | θειούχος υπερίτης |
gaz moutarde | υπερίτης |
gaz moutarde | διχλωροδιαθυλοσουφλίδιο |
gaz moutarde | υπερίτης,αέριο μουστάρδας |
gaz méphitiques | θειούχα απαέρια |
gaz natif | γηγενές αέριο |
gaz naturel "sec" | ξηρό φυσικό αέριο |
gaz neurotoxique | αέριο που προκαλεί παράλυση του νευρικού συστήματος |
gaz noble | αδρανές αέριο |
gaz noble | ευγενές αέριο |
gaz noble | σπάνιο αέριο |
gaz non comptabilisé | απώλειες αερίου |
gaz non débenzolé | μη αποβενζολιωμένο αέριο |
gaz porteur | φέρον άεριο |
gaz propulseur | προωθητικό αέριο |
gaz rare | αδρανές αέριο |
gaz rare | σπάνιο αέριο |
gaz riche en hydrogène | αέριο πλούσιο σε υδρογόνο |
gaz réactif | αντιδρόν αέριο |
gaz résiduel de rectification | αέριο εξόδου απογυμνωτή |
gaz suffocant | αποπνικτικό αέριο |
gaz sulfhydrique | θειώδες οξύ |
gaz à bien plaire | ελεύθερη διαπραγμάτευση αγοράς αερίου |
gaz à l'eau carburé | καρβιδιωμένο υδραέριο |
gaz à l'eau carburé | καρβιδιωμένο υδαταέριο |
gaz à pouvoir calorifique moyen | αέριο μέσης θερμαντικής ικανότητας |
gisement de gaz épuisé | εξαντλημένος ταμιευτήρας αερίου |
groupe de gaz | ομάδα αερίων |
générateur de gaz inerte | συσκευή παραγωγής αδρανούς αερίου |
huile de débenzolage du gaz | έλαιο προερχόμενο εκ της αφαιρέσεως του βενζολίου |
hydrate de gaz | ένυδρη ένωση φυσικού αερίου |
industrie gazière fondée sur le gaz naturel | οικονομία μεθανίου |
interchangeabilité des gaz | εναλλαξιμότητα αερίων |
interface gaz-eau | διεπιφάνεια αερίου-νερού |
le gaz humide abandonne ses traces de vapeur d'eau par passage dans une capacité adsorbante | ίχνη ατμού φαιρούνται από τα αέρια με υγρασία όταν αυτά περάσουν από μια απορροφητική μονάδα |
ligne de gaz à l'eau bleu | μονάδα παραγωγής υδαταερίου |
ligne de gaz à l'eau carburé | μονάδα παραγωγής καρβιδιωμένου υδαταερίου |
livraisons de gaz | παράδοση αερίου |
Manipuler sous gaz inerte. | Χειρισμός σε αδρανή ατμόσφαιρα. |
Manipuler sous gaz inerte. Protéger de l'humidité. | Χειρισμός σε αδρανή ατμόσφαιρα. Προστατέψτε από την υγρασία. |
mise en gaz | καθαρισμός αέρα από αέριο |
mélange gaz/air | μίγμα αερίου/ατμοσφαιρικού αέρα |
méthode de saturation des gaz | μέθοδος κορεσμού με αέριο |
méthode par saturation de gaz | μέθοδος κορεσμού με αέριο |
Ne pas respirer les poussières/fumées/gaz/brouillards/vapeurs/ aérosols. | Μην αναπνέετε σκόνη/ αναθυμιάσεις/ αέρια/ σταγονίδια/ ατμούς/ εκνεφώματα |
odeur du gaz | οσμή αερίου |
ondulations dues aux gaz | επιφανειακές ανωμαλίες οφειλόμενες σε αέρια |
post-combustion catalytique des gaz d'échappement | καταλυτική μετάκαυση των αερίων εξάτμισης των αυτοκινήτων |
poste de collecte de gaz | σταθμός συλλογής αερίου |
prise de gaz | λήπτης αερίου |
prise de gaz | υποδοχή |
prise de gaz | δότης αερίου |
prise de gaz | βύσμα |
production de gaz | εξαερίωση |
production de gaz de pointe | παραγωγή αερίου αιχμής |
rampe à gaz | σωλήνας εισαγωγής |
rapport gaz injecté/brut extrait | λόγος εγχεομένου αερίου προς εξαγόμενο πετρέλαιο |
rapport gaz/liquide | λόγος αερίου-υγρού |
rendement en calories gaz | απόδοση αερίου θερμογόνου δύναμης |
rideau de gaz | παραπέτασμα αερίου |
réabsorbeur de concentration des gaz | συσκευή επαναπορρόφησης συγκεντρώσεων αερίου |
réabsorbeur de concentration des gaz | επαναπορροφητήρας συμπύκνωσης αερίου |
réchaud à gaz | επιτραπέζια συσκευή μαγειρικής με αέριο |
réchauffeur de gaz | επαναθερμαντήρας αερίου |
récipient de lavage caustique de gaz | μονάς καυστικής εκπλύσεως |
réduire brusquement les gaz | κόβω καύσιμα |
réfrigération du gaz | ψύξη αερίου |
répartiteur de gaz | διανομέας αερίου |
réserves connues de gaz | γνωστά αποθέματα αερίου |
résultat d'analyse de gaz | αποτέλεσμα της ανάλυσης των αερίων |
seringue étanche au gaz | αεροστεγής σύριγγα |
sortie de gaz brut | έξοδος ακάθαρτου αερίου |
station de mélange air/gaz | μονάδα μίξης αερίου-αέρα |
substance ou mélange qui au contact de l'eau dégage des gaz inflammables | ουσία ή μείγμα που σε επαφή με το νερό εκλύει εύφλεκτα αέρια |
substances ou mélanges qui, au contact de l'eau, dégagent des gaz inflammables | ουσίες ή μείγματα τα οποία, σε επαφή με το νερό, εκλύουν εύφλεκτα αέρια |
tensions mécaniques dues à la formation de gaz de fission | μηχανικές τάσεις που οφείλονται στο σχηματισμό αερίου σχάσης |
tube d'amenée des gaz | σωλήνας διαβίβασης αερίου |
turbine à gaz à oxydation partielle | στρόβιλος αερίου μερικής οξείδωσης |
unité de récupération des gaz | μονάδα επανάκτησης αερίου |
unité de récupération des gaz | μονάδα ανάκτησης αερίου |
unité de récupération des gaz saturés | εγκατάσταση ανάκτησης κορεσμένων αερίων |
volume de gaz à l'eau fabriqué par cycle | όγκος παραγομένου υδαταερίου ανά κύκλο |
échantillon de gaz | δείγμα αερίου |
élimination des gaz acides | απομάκρυνση των όξινων αερίων |
équilibre du gaz à l'eau | ισορροπία φάσεων |
équilibre du gaz à l'eau | ισορροπία αερίου-νερού |
Éviter de respirer les poussières/fumées/gaz/brouillards/vapeurs/ aérosols. | Aποφεύγετε να αναπνέετε σκόνη/ αναθυμιάσεις/ αέρια/ σταγονίδια/ ατμούς/ εκνεφώματα. |