Subject | Greek | French |
gen. | άδεια διελεύσεως που προβλέπεται από το πρωτόκολλο περί προνομίων και ασυλιών | laissez-passer prévus au protocole sur les privilèges et immunités |
gen. | έκθεση κρίσης κατά το πέρας της δοκιμασίας | rapport de fin de stage |
gen. | έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα | déchéance du mandat parlementaire |
gen. | έκπτωση από το δικαίωμα σύνταξης | suppression de pension |
gen. | έκρηξη λαμβανόμενη υπόψη κατά το σχεδιασμό | explosion de référence |
gen. | έχω το δικαίωμα να λάβω το λόγο | avoir le droit d'être entendu |
gen. | έχω το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι | être électeur et éligible |
gen. | Αd hoc Ομάδα για το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τεχνολογίας ΕΙΤ | Groupe ad hoc "Institut européen de technologie IET" |
gen. | ανάλογα με το βαθμό έκθεσης συνιστάται τακτική ιατρική εξέταση | suivant le niveau de l'exposition,une surveillance médicale périodique est indiquée |
gen. | ανάλογα με το επείγον του θέματος | en fonction de l'urgence de la question |
gen. | ανακοίνωση προς το προσωπικό | Communication au personnel |
gen. | Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας για τις επενδύσεις όσον αφορά την ασφάλεια, τον υλικοτεχνικό τομέα και το σχεδιασμό σε περίπτωση έκτακτης κατάστασης ανάγκης | Secrétaire général adjoint pour l'investissement au service de la sécurité, la logistique et les plans civils d'urgence |
gen. | αναπνευστική συσκευή για ολόκληρο το πρόσωπο | appareil de protection respiratoire complet |
gen. | αντιδρά βιαίως σε επαφή με το ύδωρ εκλύοντας αέρια λίαν ευανάφλεκτα | R14/15 |
gen. | αντιδρά βιαίως σε επαφή με το ύδωρ εκλύοντας αέρια λίαν ευανάφλεκτα | R1415 |
gen. | αντιδρά βιαίως σε επαφή με το ύδωρ εκλύοντας αέρια λίαν ευανάφλεκτα | réagit violemment au contact de l'eau en dégageant des gaz très inflammables |
gen. | αντιδρά βιαίως σε επαφή με το ύδωρ εκλύοντας αέρια λίαν ευανάφλεκτα | réagit violemment au contact de l'eau en dégageant des gaz extrêmement inflammables |
gen. | αντιδρά βιαίως σε επαφή με το ύδωρ εκλύοντας αέρια λίαν ευανάφλεκτα | R14-15 |
gen. | αξιοποιώ το δυναμικό της Ένωσης | valoriser le potentiel de l'Union |
gen. | αξιωματικός σχεδιασμού ασκήσεως' αξιωματούχος υπεύθυνος για το σχεδιασμό ασκήσεως | personne chargée de la mise sur pied de l'exercice |
gen. | αξιωματικός σχεδιασμού ασκήσεως' αξιωματούχος υπεύθυνος για το σχεδιασμό ασκήσεως | officier chargé de la mise sur pied de l'exercice |
gen. | απέχουν από κάθε πράξη ασυμβίβαστη προς το χαρακτήρα των καθηκόντων τους | ils s'abstiennent de tout acte incompatible avec le caractère de leurs fonctions |
gen. | αποθεματικό προβλεπόμενο από το καταστατικό; αποθεματικό καταστατικού | réserve statutaire |
gen. | απορρόφηση από το έδαφος | absorption dans le sol |
gen. | Αποστολή συνοριακής συνδρομής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το σημείο διέλευσης της Ράφα | mission de l'Union européenne d'assistance à la frontière au point de passage de Rafah |
gen. | αποσύρσεις από το χαρτοφυλάκιο | sorties de portefeuille |
gen. | αποφεύγετε την επαφή με το δέρμα | éviter le contact avec la peau |
gen. | αποφεύγετε την επαφή με το δέρμα | S24 |
gen. | αποφεύγετε την επαφή με το δέρμα και τα μάτια | éviter le contact avec la peau et les yeux |
gen. | αποφεύγετε την επαφή με το δέρμα και τα μάτια | S2425 |
gen. | αποφεύγετε την επαφή με το δέρμα και τα μάτια | S24/25 |
gen. | αποφεύγετε την επαφή με το δέρμα και τα μάτια | S24-25 |
gen. | απόσπαση προς το συμφέρον της υπηρεσίας | détachment dans l'intérêt du service |
gen. | απόσταση από το έδαφος | garde au sol |
gen. | ασφαλής αντιδραστήρας συμβατός με το περιβάλλον | réacteur sûr et respectueux de l'environnement |
gen. | αυγά με το κέλυφός τους | oeuf en coquille |
gen. | αυγά χωρίς το κέλυφός τους | oeuf dépourvu de sa coquille |
gen. | Αυτό θα επιφέρει αύξηση ... και ως εκ τούτο θα έχει αρνητικές επιπτώσεις για το σύνολο των παραγωγών | Ceci entraînera une augmentation ... et, partant, une pénalisation de l'ensemble des producteurs |
gen. | αυτό το Kράτος μέλος ενημερώνει σχετικώς την επιτροπή | cet Etat membre en informe la Commission |
gen. | αυτός; ο ίδιος; το ίδιο; στο ίδιο χωρίο, κεφάλαιο, σημείο. Ομοίως, όπως παραπάνω, βλέπε παραπάνω. | idem (idem) |
gen. | αφαιρώ το χαρακτήρα δημόσιας τάξης των ίδιων των νομικών διατάξεών του | supprimer le caractère souverain de sa propre législation |
gen. | βλ. το τελευταίο σχετικό κείμενο | voir en dernier lieu [ |
gen. | βλήμα που εκτοξεύεται από το έδαφος | missile basé à terre |
gen. | βοήθεια για το εμπόριο | Aide pour le commerce |
gen. | βοήθεια σχετική με το εμπόριο | assistance liée au commerce |
gen. | βοήθεια σχετική με το εμπόριο | aide liée au commerce |
gen. | για τις υπερπόντιες χώρες και εδάφη ισχύει το ιδιαίτερο καθεστώς συνδέσεως | les pays et territoires d'outre-mer font l'objet d'un régime spécial d'association |
gen. | για τον καθαρισμό του πατώματος και όλων των αντικειμένων που έχουν μολυνθεί απ αυτό το υλικό χρησιμοποιείτε...το είδος καθορίζεται από τον κατασκευαστή | S40 |
gen. | για τον καθαρισμό του πατώματος και όλων των αντικειμένων που έχουν μολυνθεί απ αυτό το υλικό χρησιμοποιείτε...το είδος καθορίζεται από τον κατασκευαστή | pour nettoyer le sol ou les objets souillés par ce produit, utiliser à préciser par le fabricant |
gen. | Γραφείο του Ειδικού Εντεταλμένου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Αφγανιστάν | Bureau du Représentant spécial de l'Union européenne pour l'Afghanistan |
gen. | Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για το Συντονισμό της Ανθρωπιστικής Βοήθειας για το Αφγανιστάν | Bureau des Nations Unies pour la coordination de l'assistance humanitaire à l'Afghanistan |
gen. | δήλωση σχετικά με το άσυλο | déclaration relative à l'asile |
gen. | Δήλωση του Λάκεν για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης | Déclaration de Laeken sur l'avenir de l'Union européenne |
gen. | δείκτης της σχέσεως του βάρους προς το ύψος του σώματος | indice staturo-pondéral |
gen. | Διάσκεψη για την ανάληψη δεσμεύσεων σχετικά με το δυναμικό | conférence d'offres d'engagements en matière de capacités |
gen. | διάσκεψη για την ανάληψη δεσμεύσεων σχετικά με το επιχειρησιακό δυναμικό | conférence d'engagement de capacités |
gen. | διάσκεψη για την ανάληψη δεσμεύσεων σχετικά με το επιχειρησιακό δυναμικό | Conférence d'engagement des capacités |
gen. | διάσκεψη για το σχεδιασμό του Λονδίνου και της ΝΑ περιφέρειας | Conférence de planification pour Londres et la région du Sud-Est |
gen. | Διάσκεψη Δέσμευσης των κρατών μελών για το Κράτος Δικαίου | conférence d'offres d'engagements en matière de capacités dans le domaine de l'État de droit, réunissant les États membres |
gen. | Διάσκεψη "Το μέλλον της σοσιαλιστικής ιδέας στην Ευρώπη" | Colloque "L'avenir de l'idée socialiste en Europe" |
gen. | Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το περιβάλλον και την ανάπτυξη | Conférence des Nations unies sur l'environnement et le développement |
gen. | διακύμανση του κλίματος κατά το παρελθόν | variabilité du climat reconstitué |
gen. | διαπραγματεύσεις για το οριστικό καθεστώς | négociations sur le statut permanent |
gen. | διαπραγματεύσεις για το οριστικό καθεστώς | négociations sur le statut définitif |
gen. | διαπραγματεύσεις για το συμβατικό αφοπλισμό | négociations sur le désarmement conventionnel |
gen. | διαπραγματεύσεις για το συμβατικό αφοπλισμό | Négociations sur la stabilité conventionnelle |
gen. | διατηρείται το περιεχόμενο μέσα σε...το είδος του κατάλληλου υγρού καθορίζεται από τον κατασκευαστή | conserver sous liquideappropré à spécifier par le fabricant |
gen. | διατηρείται το περιεχόμενο μέσα σε...το είδος του κατάλληλου υγρού καθορίζεται από τον κατασκευαστή | S5 |
gen. | διαφορά που αφορά το κοινοτικό δίκαιο | litige concernant le droit communautaire |
gen. | διηπειρωτικό βλήμα που εκτοξεύεται από το έδαφος | missile intercontinental basé à terre |
gen. | δικαίωμα που απορρέει από συμφωνία που διέπεται από το κοινοτικό δίκαιο | droit découlant d'accord régi par le droit communautaire |
gen. | διοικητική επιστολή σχετικά με το ότι η υπόθεση μπήκε στο αρχείο | lettre administrative de classement |
gen. | διοικητική επιστολή σχετικά με το ότι η υπόθεση μπήκε στο αρχείο | attestation négative |
gen. | εγκρίνω το σύνολο της προτάσεως τροποποιήσεως | adopter l'ensemble de la proposition de modification |
gen. | εγκρίνω το φάκελο της πρόσκλησης υποβολής προσφορών | approuver le dossier d'appel d'offres |
gen. | Εθνική επιτροπή για τις εταιρίες και το χρηματιστήριο | Commission nationale pour les sociétés et la Bourse |
gen. | ειδική επιτροπή που ορίζεται από το Συμβούλιο | comité spécial désigné par le Conseil |
gen. | ειδική επιτροπή που ορίζεται από το Συμβούλιο για να επικουρεί την Eπιτροπή | un Comité spécial désigné par le Conseil pour assister la Commission |
gen. | Ειρηνευτική Επιτροπή για το Ιτούρι | Commission de pacification de l'Ituri |
gen. | Ειρηνευτική συμφωνία για το Ανατολικό Σουδάν | Accord de paix sur le Soudan oriental |
gen. | εισφορά κατά το σύστημα συνταξιοδοτήσεως | contribution au régime des pensions |
gen. | εκσφενδονιζόμενο τεμάχιο θεωρούμενο κατά το σχεδιασμό | projectile de référence |
gen. | εκτός αν το Συμβούλιο επιτρέψει παρέκκλιση | sauf dérogation autorisée par le Conseil |
gen. | εμβόλιο από ιό από τον οποίο έχει αφαιρεθεί το γονίδιο Ι GI | vaccin GI délété |
gen. | εναρμονισμένες και συγχρονισμένες κοινοτικές δειγματοληπτικές έρευνες για το εργατικό δυναμικό | enquêtes communautaires par sondage harmonisées et synchronisées sur les forces de travail |
gen. | ενημερώνω το Ελεγκτικό Συνέδριο | informer la Cour des comptes |
gen. | Εξεταστική επιτροπή για το ρατσισμό και την ξενοφοβία | Commission d'enquête sur le racisme et la xénophobie |
gen. | εξοπλισμός που υπόκειται σε ανάληψη υποχρεώσεων προς το εξωτερικό | équipement soumis à engagement extérieur |
gen. | εξουδετερώστε προσεκτικά το χυμένο υγρό | neutraliser soigneusement le liquide répandu |
gen. | επανειλημμένη ή παρατεταμένη επαφή με το δέρμα ενδέχεται να προκαλέσει δερματίτιδα | un contact répété ou prolongé avec la peau peut causer une dermatose |
gen. | επαφή με το δέρμα χαρακτηριστικό της επιδερμίδος | contact épidermique cf. caractéristique dermique |
gen. | επικίνδυνος για το περιβάλλον | dangereux pour l'environnement |
gen. | Επιστημονική και τεχνική επιτροπή για το κοινοτικό ταμείο του καπνού | Comité scientifique et technique du Fonds communautaire du tabac |
gen. | Επιτροπή για θέματα που αφορούν τα τέλη και τους εκτελεστικούς κανονισμούς του κανονισμού για το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας | Comité pour les questions relatives aux taxes et aux règles d'exécution du règlement sur le brevet communautaire |
gen. | Επιτροπή για το δεύτερο γενικό σύστημα αναγνώρισης της επαγγελματικής εκπαίδευσης | Comité pour le deuxième système général de reconnaissance des formations professionnelles |
gen. | Επιτροπή για το δεύτερο στάδιο του κοινοτικού προγράμματος δράσης στοω τομέα της εκπαίδευσης Σωκράτης II | Comité pour la deuxième phase du programme d'action communautaire en matière d'éducation Socrates II |
gen. | Επιτροπή για το Διεθνές Εμπόριο Βασικών Προϊόντων | Commission du commerce international des produits de base |
gen. | Επιτροπή για το ειδικό πλαίσιο συνδρομής των παραδοσιακών προμηθευτών μπανάνας ΑΚΕ | Comité pour le cadre spécial d'assistance en faveur des fournisseurs ACP traditionnels de bananes |
gen. | Επιτροπή για το μέσο προενταξιακών διαρθρωτικών πολιτικών | Comité pour l'instrument structurel de préadhésion ISPA |
gen. | Επιτροπή για το σύστημα οικοσημείων που εφαρμόζεται στα βαρέα φορτηγά οχήματα που διέρχονται από την Αυστρία | Comité pour le système d'écopoints applicable aux poids lourds qui transitent par l'Autriche |
gen. | Επιτροπή διαχείρισης για την εφαρμογή της οδηγίας με στόχο την τυποποίηση και τον εξορθολογισμό των εκθέσεων σχετικά με την εφαρμογή ορισμένων οδηγιών για το περιβάλλον | Comité de gestion pour l'application de la directive visant à la standardisation et à la rationalisation des rapports relatifs à la mise en œuvre de certaines directives concernant l'environnement |
gen. | Επιτροπή επαφών για το δικαίωμα παρακολούθησης υπέρ του δημιουργού ενός πρωτότυπου έργου τέχνης | Comité de contact pour le droit de suite au profit de l'auteur d'une oeuvre d'art originale |
gen. | επιτροπή που έχει συσταθεί από το άρθρο Κ.4.παράγραφος 1 | Comité constitué par l'article K.4 paragraphe 1 |
gen. | ad hoc επιτροπή συνδέσμου για το συντονισμό της διεθνούς βοήθειας προς τα Κατεχόμενα Εδάφη' ad hoc επιτροπή συνδέσμου | Comité de liaison ad hoc chargé de la coordination de l'aide internationale en faveur des territoires occupés |
gen. | ad hoc επιτροπή συνδέσμου για το συντονισμό της διεθνούς βοήθειας προς τα Κατεχόμενα Εδάφη' ad hoc επιτροπή συνδέσμου | Comité ad hoc de liaison pour l'assistance aux territoires occupés |
gen. | Επιτροπή των οριζόντιων θεμάτων που αφορούν το εμπόριο μεταποημένων γεωργικών προϊόντων εκτός παραρτήματος Ι | Comité des questions horizontales relatives aux échanges de produits agricoles transformés hors annexe I |
gen. | ερεθίζει τα μάτια και το αναπνευστικό σύστημα | R36/37 |
gen. | ερεθίζει τα μάτια και το αναπνευστικό σύστημα | irritant pour les yeux et les voies respiratoires |
gen. | ερεθίζει τα μάτια και το αναπνευστικό σύστημα | R3637 |
gen. | ερεθίζει τα μάτια και το αναπνευστικό σύστημα | R36-37 |
gen. | ερεθίζει τα μάτια και το δέρμα | irritant pour les yeux et la peau |
gen. | ερεθίζει τα μάτια και το δέρμα | R3638 |
gen. | ερεθίζει τα μάτια και το δέρμα | R36/38 |
gen. | ερεθίζει τα μάτια και το δέρμα | R36-38 |
gen. | ερεθίζει τα μάτια,το αναπνευστικό σύστημα και το δέρμα | R36/37/38 |
gen. | ερεθίζει τα μάτια,το αναπνευστικό σύστημα και το δέρμα | R363738 |
gen. | ερεθίζει τα μάτια,το αναπνευστικό σύστημα και το δέρμα | irritant pour les yeux,les voies respiratoires et la peau |
gen. | ερεθίζει τα μάτια,το αναπνευστικό σύστημα και το δέρμα | irritant pour les yeux, les voies respiratoires et la peau |
gen. | ερεθίζει τα μάτια,το αναπνευστικό σύστημα και το δέρμα | R36-37-38 |
gen. | ερεθίζει το αναπνευστικό σύστημα | irritant pour les voies respiratoires |
gen. | ερεθίζει το αναπνευστικό σύστημα | R37 |
gen. | ερεθίζει το αναπνευστικό σύστημα και το δέρμα | irritant pour les voies respiratoires et la peau |
gen. | ερεθίζει το αναπνευστικό σύστημα και το δέρμα | R3738 |
gen. | ερεθίζει το αναπνευστικό σύστημα και το δέρμα | R37/38 |
gen. | ερεθίζει το αναπνευστικό σύστημα και το δέρμα | R37-38 |
gen. | ερεθίζει το δέρμα | irritant pour la peau |
gen. | ερεθίζει το δέρμα | R38 |
gen. | εστέρες γλυκο-πολυαιθυλενίου των λιπαρών οξέων από το έλαιο σόγιας ; Ε 487 | E 487 |
gen. | εστέρες γλυκο-πολυαιθυλενίου των λιπαρών οξέων από το έλαιο σόγιας ; Ε 487 | esters polyéthylèneglycoliques d'acides gras d'huile de soja |
gen. | εσωτερικός διαγωνισμός προς το σκοπό αναβαθμίσεως | concours interne dit de revalorisation |
gen. | Ευρωμεσογειακή ενδιάμεση συμφωνία σύνδεσης για το εμπόριο και τη συνεργασία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης ΟΑΠ εξ ονόματος της Παλαιστινιακής Αρχής της Δυτικής Όχθης και της Λωρίδας της Γάζας | Accord d'association euro-méditerranéen intérimaire relatif aux échanges et à la coopération entre la Communauté européenne, d'une part, et l'Organisation de libération de la Palestine OLP, agissant pour le compte de l'Autorité palestinienne de la Cisjordanie et de la bande de Gaza, d'autre part |
gen. | Ευρωμεσογειακή ενδιάμεση συμφωνία σύνδεσης για το εμπόριο και τη συνεργασία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης ΟΑΠ εξ ονόματος της Παλαιστινιακής Αρχής της Δυτικής Όχθης και της Λωρίδας της Γάζας | accord d'association euro-méditerranéen intérimaire relatif aux échanges et à la coopération |
gen. | ηλεκτρονικό ταχυδρομείο κατά το πρότυπο téletex | messagerie télétex |
gen. | θέμα για το οποίο η Επιτροπή συνεκάλεσε το Συμβούλιο | matière dont la Commission a saisi le Conseil |
gen. | ικανότητα της διοίκησης να εφαρμόσει το κεκτημένο | capacité administrative à appliquer l'acquis |
gen. | Ινστιτούτο Ερευνών για το Βαμβάκι και τις Υφαντικές Υλες των Εξωτικών Χωρών | Institut de recherches du coton et des textiles exotiques |
gen. | καθίσταται ενεργό το δικαίωμα της ελεύθερης εγκατάστασης | rendre effectif le droit de libre établissement |
gen. | καθεστώς που εφαρμόζει το διαχωρισμό κρατικής και θρησκευτικής εξουσίας | régime laïque |
gen. | καθορίζω σε ποιο σημείο βρίσκεται το θέμα | présenter l'état de la question |
gen. | κανονισμός παρέκκλισης από το καταστατικό | réglement dérogatoire au statut |
gen. | κανόνας ανεξάρτητος από το περιβάλλον | règle indépendante du contexte |
gen. | κανόνας εξηρτημένος από το περιβάλλον | règle dépendante du contexte |
gen. | κανόνες για την οργάνωση των εργασιών στις συνόδους κορυφής για το ευρώ | modalités d'organisation des travaux des sommets de la zone euro |
gen. | Κατάλογος των θεμάτων που μπορούν να αποτελέσουν το αντικείμενο δημόσιας συζήτησης κατά τις συνόδους του Συμβουλίου | liste des questions qui pourraient faire l'objet d'un débat public lors des sessions du Conseil |
gen. | καταγράφω το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας με την αλφαβητική σειρά των ονομάτων των βουλευτών | enregistrer le résultat du vote en suivant l'ordre alphabétique des députés |
gen. | Καταστατικό Διεθνούς Ομάδας Μελετών για το νικέλιο | Statuts du Groupe d'étude international du nickel |
gen. | κοινή δήλωση σχετικά με το δικαίωμα ασύλου | déclaration commune liée au droit d'asile |
gen. | Κοινοτικό πρόγραμμα ενεργειών για τη διατήρηση,το χαρακτηρισμό,τη συλλογή και τη χρησιμοποίηση των γενετικών πόρων στη γεωργία | Programme communautaire d'actions concernant la conservation,la caractérisation,la collecte et l'utilisation des ressources génétiques en agriculture |
gen. | κριτήριο αξιολόγησης για το άνοιγμα | critère d'ouverture |
gen. | κριτήριο αξιολόγησης για το κλείσιμο | critère de clôture |
gen. | κόστος για το χρήστη | coût d'utilisation |
gen. | κύκλωμα που οργανώνει την αναχώρηση υπηκόων από το κράτος | filière destinée au départ des ressortissants de l'Etat |
gen. | Κύριος συντονιστής για το Σαχέλ | coordinateur de haut niveau pour le Sahel |
gen. | λάβετε τις απαραίτητες προφυλάξεις προκειμένου να απορρίψετε το προϊόν και τη συσκευασία του | ne se débarasser de ce produit et de son récipient qu'en prenant toutes les précautions d'usage |
gen. | λάβετε τις απαραίτητες προφυλάξεις προκειμένου να απορρίψετε το προϊόν και τη συσκευασία του | S35 |
gen. | λεπίδα για το άπλωμα της πάστας | docteur |
gen. | λεπίδα για το άπλωμα της πάστας | racle |
gen. | λεπίδα για το άπλωμα της πάστας | couteau nettoyeur |
gen. | μέθοδοι καλλιέργειας φιλικές προς το περιβάλλον | méthodes de culture compatibles avec l'environnement |
gen. | μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση | partie contractante requise |
gen. | μαγειρευμένα φαγητά με βάση το κρέας | plats cuisinés à base de viande |
gen. | μακροπρόθεσμη αποστολή του ΟΑΣΕ στο Κοσσυφοπέδιο, το Σαντζάκι και τη Βοϊβοδίνα | Mission de longue durée de l'OSCE au Kosovo, dans le Sandjak et en Voïvodine |
gen. | μακρυά από πηγές αναφλέξεως-απαγογορεύεται το κάπνισμα | conserver à l'écart de toute source d'ignition-ne pas fumer |
gen. | μακρυά από πηγές αναφλέξεως-απαγορεύεται το κάπνισμα | conserver à l'écart de toute flamme ou source d'étincelles - Ne pas fumer |
gen. | μακρυά από πηγές αναφλέξεως-απαγορεύεται το κάπνισμα | S16 |
gen. | Μεικτή επιτροπή για το εμπόριο και τη συνεργασία ΕΚ-Παλαιστινιακής Αρχής | Comité mixte pour le commerce et la coopération CE-Autorité palestinienne |
gen. | Μεικτή επιτροπή για το εμπόριο και την εμπορική και οικονομική συνεργασία ΕΟΚ-Αλβανία | Commission mixte pour le commerce et la coopération commerciale et économique CEE-Albanie |
gen. | Μεικτή επιτροπή Ευρωπαϊκής Κοινότητας -Παλαιστινιακής Αρχής για το εμπόριο και τη συνεργασία ; Μεικτή Επιτροπή | Comité mixte pour le commerce et la coopération entre la Communauté européenne et l'Autorité palestinienne |
gen. | Μεικτή επιτροπή Ευρωπαϊκής Κοινότητας -Παλαιστινιακής Αρχής για το εμπόριο και τη συνεργασία ; Μεικτή Επιτροπή | Comité mixte |
gen. | Μεικτή επιτροπή της συμφωνίας που συνήφθη από το Συμβούλιο, την Ισλανδία και τη Νορβηγία για τη σύνδεση των εν λόγω χωρών με τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την περαιτέρω ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν | Comité mixte de l'Accord conclu par le Conseil, l'Islande et la Norvège sur l'association de ces deux états à la mise en oeuvre, à l'application et au développement de l'acquis de Schengen |
gen. | μετά τη βαφή το μέταλλο μπορεί να ανακουφιστεί από τάσεις | après trempe il peut être fait un revenu de détente |
gen. | μετακινούμενα νέφη λαμβανόμενα υπόψη κατά το σχεδιασμό | nuages dérivants de référence |
gen. | μη ακτινοβολημένο καύσιμο αποθηκευμένο κάτω από το νερό | combustible neuf stocké sous eau |
gen. | μη διατηρείτε το δοχείο ερμητικά κλεισμένο | ne pas fermer hermétiquement le récipient |
gen. | μη διατηρείτε το δοχείο ερμητικά κλεισμένο | S12 |
gen. | ΜΗ χρησιμοποιείτε πεπιεσμένο αέρα για το γέμισμα,το άδειασμα ή το χειρισμό | ne pas employer d'air comprimé pour remplir,vider ou manipuler |
gen. | μην καπνίζετε όταν το χρησιμοποιείτε | ne pas fumer pendant l'utilisation |
gen. | μην καπνίζετε όταν το χρησιμοποιείτε | S21 |
gen. | μην τρώτε και μην πίνετε όταν το χρησιμοποιείτε | ne pas manger et ne pas boire pendant l'utilisation |
gen. | μην τρώτε και μην πίνετε όταν το χρησιμοποιείτε | S20 |
gen. | μηχανικές παράμετροι λαμβανόμενες υπόψη κατά το σχεδιασμό | paramètres mécaniques de la base de conception |
gen. | μηχανισμός εξόδου από το καλάθι | mécanisme de sortie de panier |
gen. | μονωτικά γάντια προστασίας από το ψύχος | gants de protection contre le froid |
gen. | Μόνιμη επιτροπή για το πολλαπλασιαστικό υλικό καλλωπιστικών φυτών | Comité permanent des matériels de multiplication des plantes ornementales |
gen. | ξένος προς το είδος | étranger à l'espèce |
gen. | ξεπλύνετε το δέρμα με άφθονο νερό ή κάντε ντους | rincer la peau abondamment à l'eau ou prendre une douche |
gen. | ο αρμόδιος για το σχεδιασμό | planificateur |
gen. | ο μόλυβδος εκχυλίζεται από το διάλυμα με μεθυλο-ισοβουτυλο-κετόνη | le plomb est extrait de la solution par agitation avec la méthylisobutylcétone |
gen. | Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το ή τα πρόσωπα που είναι αρμόδια να υπογράψουν τη συμφωνία εξ ονόματος της Ένωσης υπό την επιφύλαξη της σύναψής της και να προβούν στην ακόλουθη δήλωση/ κοινοποίηση, η οποία επισυνάπτεται στην (τελική πράξη) της συμφωνίας…]: | Le président du Conseil est autorisé à désigner la ou les personnes habilitées à signer l'accord au nom de l'Union, sous réserve de sa conclusion, et à procéder à la déclaration / notification suivante qui est jointe à [(l'acte final de) l'accord / …]: |
gen. | οι άδειες διέλευσης που προβλέπονται από το πρωτόκολλο προνομίων και ασυλιών | les laissez-passer prévus au protocole sur les privilèges et immunités |
gen. | οι πολίτες; το κοινωνικό σύνολο | corps politique |
gen. | Ομάδα για το Εμπόριο Καυσίμων | Fuel Trade Group |
gen. | Ad hoc ομάδα για το μηχανισμό συνεργασίας και ελέγχου για τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία | Groupe ad hoc sur le mécanisme de coopération et de vérification pour la Bulgarie et la Roumanie |
gen. | Ομάδα εμπειρογνωμόνων για το προενταξιακό σύμφωνο | Groupe d'experts du pacte de préadhésion |
gen. | ομάδα μελέτης για το μέλλον της Ένωσης | groupe de réflexion "horizon 2020-2030" |
gen. | ομάδα μελέτης για το μέλλον της Ένωσης | Groupe de Réflexion |
gen. | ομάδα μελέτης για το μέλλον της Ένωσης | Groupe de réflexion sur l'avenir de l'Union |
gen. | Ομάδα προγραμματισμού της ΕΕ για το Κοσσυφοπέδιο | EPUE Kosovo |
gen. | Ομάδα Υψηλού Επιπέδου για το Άσυλο και τη Μετανάστευση | Groupe à haut niveau "Asile et migration" |
gen. | παγκόσμια συνδιάσκεψη για το κλίμα | conférence mondiale sur le climat |
gen. | Παρακαλείσθε να γνωστοποιήσετε το ταχύτερο στην Υπηρεσία Διασκέψεων τον κατάλογο των μελών της αντιπροσωπίας σας που θα συμμετάσχουν στη σύνοδο αυτή: ηλεκτρονική διεύθυνση: ... | Veuillez transmettre au service des conférences, aussi rapidement que possible, une liste des délégués qui participeront à cette réunion. Adresse électronique: |
gen. | Παρακαλείσθε να γνωστοποιήσετε το ταχύτερο στην Υπηρεσία Διασκέψεων τον κατάλογο των μελών της αντιπροσωπίας σας που θα συμμετάσχουν στη σύνοδο αυτή: ηλεκτρονική διεύθυνση: ... | Veuillez fournir le plus rapidement possible la liste des participants de votre délégation à cette réunion au Service Conférences Organisation: E-mail adresse: ... fax: ... |
gen. | περιπτώσεις μη καλυπτόμενες από το σύστημα υγειονομικής ασφάλισης | défaillance du régime d'assurance-maladie |
gen. | περισυλλέξτε το υγρό που διαρρέει μέσα σε δοχεία που να κλείνουν ερμητικά | recueillir le liquide répandu dans des récipients hermétiques |
gen. | πιθανό σφάλμα κατά το βεληνεκές | écart probable en portée |
gen. | πιστοποιητικό με το οποίο δηλώνεται ότι οι λογαριασμοί έχουν καταρτιστεί κανονικά | certificat attestant la bonne tenue de la comptabilité |
gen. | πιστώσεις που έχουν εγκριθεί για το τρέχον οικονομικό έτος | crédits autorisés pour l'exercice en cours |
gen. | Eπιτροπή επικοινωνίας για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες OΣEKA | Comité de contact pour la coordination des dispositions législatives, réglementaires et administratives concernant certains organismes de placement collectif en valeurs mobilières OPCVM |
gen. | πληρωμή δια το διαρρεύσαν χρονικό διάστημα | paiement à terme échu |
gen. | Πολυετές πρόγραμμα δράσεων στον πυρηνικό τομέα σχετικά με την ασφαλή μεταφορά ραδιενεργών υλικών, τους ελέγχους των διασφαλίσεων και τη βιομηχανική συνεργασία ώστε να προωθηθούν ορισμένα ζητήματα ασφάλειας των πυρηνικών εγκαταστάσεων στις χώρες που συμμετέχουν προς το παρόν στο πρόγραμμα Tacis | Programme pluriannuel d'activités dans le secteur nucléaire relatives à la sécurité des transports de matières radioactives ainsi qu'au contrôle de sécurité et à la coopération industrielle de manière à promouvoir certains aspects de la sûreté des installations nucléaires dans les pays participant actuellement au programme Tacis |
gen. | Πολυτομεακή ομάδα για το οργανωμένο έγκλημα | Groupe multidisciplinaire "Criminalité organisée" |
gen. | πολύ τοξικό σε επαφή με το δέρμα | très toxique par contact avec la peau |
gen. | πολύ τοξικό σε επαφή με το δέρμα | R27 |
gen. | πολύ τοξικό σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R27/28 |
gen. | πολύ τοξικό σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | très toxique par contact avec la peau et par ingestion |
gen. | πολύ τοξικό σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R2728 |
gen. | πολύ τοξικό σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R27-28 |
gen. | πολύ τοξικό όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | R2627 |
gen. | πολύ τοξικό όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | très toxique par inhalation et par contact avec la peau |
gen. | πολύ τοξικό όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | R26/27 |
gen. | πολύ τοξικό όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | R26-27 |
gen. | πολύ τοξικό όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | très toxique par inhalation,par contact avec la peau et par ingestion |
gen. | πολύ τοξικό όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R262728 |
gen. | πολύ τοξικό όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | très toxique par inhalation, par contact avec la peau et par ingestion |
gen. | πολύ τοξικό όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R26/27/28 |
gen. | πολύ τοξικό όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R26-27-28 |
gen. | πολύ τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα | R39/27 |
gen. | πολύ τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα | très toxique: danger d'effets irréversibles très graves par contact avec la peau |
gen. | πολύ τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα | très toxique:danger d'effets irréversibles très graves par contact avec la peau |
gen. | πολύ τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα | R3927 |
gen. | πολύ τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα | R39-27 |
gen. | πολύ τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R392728 |
gen. | πολύ τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | très toxique: danger d'effets irréversibles très graves par contact avec la peau et par ingestion |
gen. | πολύ τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R39/27/28 |
gen. | πολύ τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R39-27-28 |
gen. | πολύ τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | R392627 |
gen. | πολύ τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | R39/26/27 |
gen. | πολύ τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | très toxiqèue: danger d'effets irréversibles très graves par inhalation et par contact avec la peau |
gen. | πολύ τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | R39-26-27 |
gen. | πολύ τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | très toxique: danger d'effets irréversibles très graves par inhalation, par contact avec la peau et par ingestion |
gen. | πολύ τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R39262728 |
gen. | πολύ τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R39/26/27/28 |
gen. | πολύ τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R39-26-27-28 |
gen. | μέτρα που αφορούν την παραγωγή ή το εμπόριο όπλων, πολεμοφοδίων και πολεμικού υλικού | se rapporter à la production ou au commerce d'armes, de munitions ou de matériels de guerre |
gen. | πράσο το αμπελόπρασο | oignons blancs à confire |
gen. | πρέπει να μειωθεί το συνολικό της μερίδιο στην αγορά | raboter sa part totale de marché |
gen. | Προπαρασκευαστική Επιτροπή της Διεθνούς Αρχής για τους Θαλάσσιους βυθούς και του Διεθνούς Δικαστηρίου για το Δίκαιο της Θάλασσας | Commission préparatoire de l'Autorité internationale des Fonds Marins et du Tribunal international du Droit de la Mer |
gen. | προσκομίζω το πρωτότυπο έγγραφο | produire l'original de la pièce |
gen. | προϊόν για το οποίο βρίσκονται σε εξέλιξη διαδικασίες παροχής δικαστικής προστασίας | produit qui fait l'objet d'une procédure de révision judiciaire |
gen. | Πρωτόκολλο για την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της σύμβασης της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Protocole concernant l'interprétation par la Cour de Justice de la Convention du 27 septembre 1968 concernant la compétence judiciaire et l'exécution des décisions en matière civile et commerciale |
gen. | Πρωτόκολλο για την τροποποίηση της Διεθνούς Σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων νομικών κανόνων σχετικά με τις φορτωτικές της 25ης Αυγούστου 1924, όπως αυτή τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο της 23ης Φεβρουαρίου 1968 | Protocole portant modification de la Convention internationale pour l'unification de certaines règles en matière de connaissement du 25 août 1924, telle qu'amendée par le Protocole de modification du 23 février 1968 |
gen. | Πρωτόκολλο καταρτιζόμενο βάσει του άρθρου Κ.3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση σχετικά με την προδικαστική ερμηνεία της Σύμβασης για τη διάβαση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης από πρόσωπα από το Δικατήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων | Protocole établi sur la base de l'article K.3 du traité sur l'Union européenne concernant l'interprétation, à titre préjudiciel, par la Cour de justice des Communautés européennes de la convention relative au franchissement par les personnes des frontières extérieures des Etats membres de l'Union européenne |
gen. | Πρωτόκολλο με βάση το άρθρο Κ.3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή 'Ενωση, σχετικά με το πεδίο εφαρμογής της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στη Σύμβαση σχετικά με τη χρήση της πληροφορικής στον τελωνειακό τομέα καθώς και σχετικά με την προσθήκη του αριθμού καταχώρησης των μέσων μεταφοράς στη σύμβαση | Protocole établi sur la base de l'article K.3 du traité sur l'Union européenne, relatif au champ d'application du blanchiment de revenus dans la convention sur l'emploi de l'informatique dans le domaine des douanes et à l'inclusion du numéro d'immatriculation du moyen de transport dans la convention |
gen. | Πρωτόκολλο περί των σχέσεων με το Συμβούλιο της Ευρώπης | Protocole sur les relations avec le Conseil de l'Europe |
gen. | Πρωτόκολλο που καταρτίζεται βάσει του άρθρου Κ3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή 'Ενωση, σχετικά με την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της Σύμβασης για την την επίδοση και κοινοποίηση στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Protocole concernant l'interprétation par la Cour de justice des Communautés européennes de la convention relative à la signification et à la notification dans les Etats membres de l'Union européenne des actes judiciaires et extrajudiciaires en matière civile ou commerciale |
gen. | Πρωτόκολλο της Σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το οποίο καταρτίζεται βάσει του άρθρου Κ.3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση | protocole établi sur la base de l'article K.3 du traité sur l'Union européenne, à la convention relative à la protection des intérêts financiers des Communautés européennes |
gen. | Πρωτόκολλο της Σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το οποίο καταρτίζεται βάσει του άρθρου Κ.3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση | protocole à la convention relative à la protection des intérêts financiers des Communautés européennes |
gen. | Πρωτόκολλο του 1993 για την παράταση της Διεθνούς Συμφωνίας του 1986 για το ελαιόλαδο και τις επιτραπέζιες ελιές με τροποποιήσεις στην εν λόγω Συμφωνία | Protocole de 1993 portant reconduction de l'accord international de 1986 sur l'huile d'olive et les olives de table avec amendements audit accord |
gen. | Πρόεδρος της συνόδου κορυφής για το ευρώ | président du sommet de la zone euro |
gen. | πτωχευτική περιουσία; το υπόλοιπο των κεφαλαίων | masse |
gen. | πύραυλος Κρουζ που εκτοξεύεται από το έδαφος | missile de crosière lancé à partir du sol |
gen. | πύραυλος Κρουζ που εκτοξεύεται από το έδαφος | missile de croisière lancé depuis un porteur terrestre |
gen. | πύραυλος που εκτοξεύεται από το έδαφος | missile basé à terre |
gen. | πύραυλος Kρουζ που εκτοξεύεται από το έδαφος | missile de croisière lancé à partir du sol |
gen. | Σάπων για το τριχωτό της κεφαλής | Shampoing |
gen. | Σαλαφιστική Ομάδα για το Κήρυγμα και τη Μάχη | Groupe salafiste pour la prédication et le combat |
gen. | σβήνω το φώς | éteindre la lumière |
gen. | σε επαφή με το νερό ελευθερώνονται τοξικά αέρια | au contact de l'eau,dégage des gaz toxiques |
gen. | σε επαφή με το νερό ελευθερώνονται τοξικά αέρια | au contact de l'au, dégage des gaz toxiques |
gen. | σε επαφή με το νερό ελευθερώνονται τοξικά αέρια | R29 |
gen. | ΣΕ ΕΠΑΦΗ ΜΕ ΤΟ ΥΓΡΟ:ΚΡΥΟΠΑΓΗΜΑ | lors du contact avec le liquide:gelures |
gen. | σε περίπτωση επαφής με το δέρμα,πλύνετε αμέσως με άφθονο....το είδος του υγρού καθορίζεται από τον κατασκευαστή | après contact avec la peau, se laver immédiatement et abondamment avec produits appropriés à indiquer par le fabricant |
gen. | σε περίπτωση επαφής με το δέρμα,πλύνετε αμέσως με άφθονο....το είδος του υγρού καθορίζεται από τον κατασκευαστή | S28 |
gen. | σε περίπτωση καταπόσεως,να ζητηθεί αμέσως ιατρική συμβουλή και να επιδειχθεί το δοχείο ή η ετικέτα | en cas d'ingestion consulter immédiatement un médecin et lui montrer l'emballage ou l'étiquette |
gen. | σε περίπτωση καταπόσεως,να ζητηθεί αμέσως ιατρική συμβουλή και να επιδειχθεί το δοχείο ή η ετικέτα | en cas d'ingestion, consulter immédiatement un médecin, et lui montrer l'emballage ou l'étiquette |
gen. | σε περίπτωση καταπόσεως,να ζητηθεί αμέσως ιατρική συμβουλή και να επιδειχθεί το δοχείο ή η ετικέτα | S46 |
gen. | σελίδα με το ιστορικό της διαδικασίας | page réglementaire |
gen. | σεμινάρια που οργανώθηκαν για το προσωπικό | séminaire organisé à l'intention du personnel |
gen. | Σεμινάριο "Μια αγορά καθαρών προϊόντων για το 1992" | Séminaire "Un marché de produits propres à l'horizon 1992" |
gen. | Σεμινάριο σχετικά με το ΄Ιδρυμα K. ADENAUER | Séminaire Fondation K. ADENAUER |
gen. | Σημβουλευτική επιτροπή για το μεταβατικό μηχανισμό διασφάλισης ανά προϊόν όσον αφορά τις εισαγωγές, καταγωγής της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας | Comité consultatif pour le mécanisme de sauvegarde transitoire applicable aux importations de certains produits de la République populaire de Chine |
gen. | στη Συνέλευση προεδρεύει το πρεσβύτερο μέλος της | l'Assemblée est présidée par le doyen d'âge |
gen. | στην περίπτωση που διαφορά θέτει υπό αμφισβήτηση το κύρος αυτό | dans le cas où un litige mettrait en cause cette validité |
gen. | Στρατηγική επιτροπή για τη μετανάστευση, τα σύνορα και το άσυλο | Comité stratégique sur l'immigration, les frontières et l'asile |
gen. | Συμφωνία για τα προνόμια και τις ασυλίες του Διεθνούς Δικαστηρίου για το Δίκαιο της Θάλασσας | Accord sur les privilèges et immunités du Tribunal international du droit de la mer |
gen. | Συμφωνία για την ίδρυση Διεθνούς Ινστιτούτου για το Δίκαιο της Ανάπτυξης | Accord portant création de l'Institut international de droit du développement |
gen. | Συμφωνία για το νομικό καθεστώς της Διεθνούς Υπηρεσίας Αναζητήσεων στην Αρόλσεν | Accord relatif au statut juridique du Service international de recherches à Arolsen |
gen. | Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό σχετικά με το καθεστώς και τις δραστηριότητες της Αστυνομικής αποστολής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό EUPOL Kinshasa | Accord entre l'Union européenne et la République démocratique du Congo relatif au statut et aux activités de la Mission de police de l'Union européenne en République démocratique du Congo EUPOL Kinshasa |
gen. | Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας για το καθεστώς και τις δραστηριότητες της αστυνομικής αποστολής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας EUPOL "Proxima" | Accord entre l'Union européenne et l'ancienne République yougoslave de Macédoine relatif au statut et aux activités de la Mission de police de l'Union européenne dans l'ancienne République yougoslave de Macédoine EUPOL Proxima |
gen. | Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας σχετικά με το καθεστώς του προσωπικού των δυνάμεων υπό την ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης EUF στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας | Accord entre l'Union européenne et l'ancienne République yougoslave de Macédoine relatif au statut des forces placées sous la direction de l'Union européenne FUE dans l'ancienne République yougoslave de Macédoine |
gen. | συμφωνία σχετικά με το νομικό καθεστώς των δυνάμεων | accord sur le statut des forces |
gen. | συμφωνία υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της κυβέρνησης της Ινδονησίας για τα καθήκοντα, το καθεστώς, τα προνόμια και τις ασυλίες της Αποστολής Παρακολούθησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ατσέ της Ινδονησίας Aceh Monitoring Mission - AMM και του προσωπικού της | Accord sous forme d'échange de lettres entre l'Union européenne et le gouvernement indonésien relatif aux tâches, au statut et aux privilèges et immunités de la mission de surveillance de l'Union européenne à Aceh Indonésie, mission de surveillance à Aceh - MSA et de son personnel |
gen. | συμφωνίες που αποβλέπουν,με βάση την αμοιβαιότητα και προς το κοινό όφελος,στην... | les accords visant,sur une base de réciprocité et d'avantages mutuels,à... |
gen. | συναφείς προς το υδάτινο περιβάλλον επιστήμες | sciences aquatiques |
gen. | συνολικά κονδύλια το σύνολο των πόρων | dotation globale |
gen. | συντάσσω το πρακτικό μιας συνεδρίασης | établir le procès-verbal d'une réunion |
gen. | συντάσσω το πρακτικό μιας συνεδρίασης | dresser le procès-verbal d'une réunion |
gen. | σχέση με το Σένγκεν | le fait de relever de Schengen |
gen. | Σύμβαση για τη ρύθμιση των συγκρούσεων νόμων και δικαιοδοσιών όσον αφορά το διαζύγιο και το δικαστικό χωρισμό | Convention pour règler les conflits de lois et de juridictions en matière de divorce et de séparation de corps |
gen. | Σύμβαση για τη συναίνεση σε γάμο, το ελάχιστο όριο ηλικίας σύναψης γάμου και την επίσημη καταχώρηση των γάμων | Convention sur le consentement au mariage, l'âge minimum du mariage et l'enregistrement des mariages |
gen. | Σύμβαση για την αρμοδιότητα των αρχών, το εφαρμοστέο Δίκαιο και την αναγνώριση αποφάσεων σε θέματα υιοθεσίας | Convention concernant la compétence des autorités, la loi applicable et la reconnaissance des décisions en matière d'adoption |
gen. | Σύμβαση για την προσχώρηση της Ελληνικής Δημοκρατίας στη Σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές | Convention relative à l'adhésion de la République hellénique à la convention sur la loi applicable aux obligations contractuelles ouverte à la signature à Rome le 19 juin 1980 |
gen. | Σύμβαση για την προσχώρηση του Βασιλείου της Δανίας, της Ιρλανδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας στη σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, καθώς και στο πρωτόκολλο για την ερμηνεία της από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων | Convention relative à l'adhésion du Royaume de Danemark, de l'Irlande et du Royaume-Uni de Grande-Bretagne et de l'Irlande du Nord à la Convention concernant la compétence judiciaire et l'exécution des décisions en matière civile et commerciale, ainsi qu'au Protocole concernant son interprétation par la Cour de Justice |
gen. | Σύμβαση για την προσχώρηση του Βασιλείου της Ισπανίας και της Πορτογαλικής Δημοκρατίας στη σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις καθώς και στο πρωτόκολλο για την ερμηνεία της από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως τροποποιήθηκαν από τη σύμβαση για την προσχώρηση ...βλ. NOTES | Convention relative à l'adhésion du Royaume d'Espagne et de la République Portugaise à la Convention concernant la compétence judiciaire et l'exécution des décisions en matière civile et commerciale, ainsi qu'au Protocole concernant son interprétation par la Cour de Justice, avec les adaptations y apportées par les précédentes Conventions d'adhésion à ces deux actes |
gen. | Σύμβαση για την προσχώρηση του Βασιλείου της Ισπανίας και της Πορτογαλικής Δημοκρατίας στη Σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές, η οποία άνοιξε προς υπογραφή στη Ρώμη στις 19 Ιουνίου 1980 | Convention relative à l'adhésion du Royaume d'Espagne et de la République portugaise à la Convention sur la loi applicable aux obligations contractuelles ouverte à la signature à Rome le 19 juin 1980 |
gen. | Σύμβαση για το απαράγραφο των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και των εγκλημάτων πολέμου | Convention sur l'imprescriptibilité des crimes de guerre et des crimes contre l'humanité |
gen. | Σύμβαση για το εφαρμοστέο Δίκαιο σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων | Convention sur la loi applicable à la responsabilité du fait des produits |
gen. | Σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στη διαδοχή αιτία θανάτου | Convention sur la loi applicable aux successions à cause de mort |
gen. | Σύμβαση για το εφαρμοστέο Δίκαιο στις συμβάσεις διεθνούς πωλήσεως εμπορευμάτων | Convention sur la loi applicable aux contrats de vente internationale de marchandises |
gen. | Σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής | Convention sur la loi applicable aux obligations alimentaires |
gen. | Σύμβαση για το εφαρμοστέο Δίκαιο στις υπoχρεώσεις διατροφής έναντι των τέκνων | Convention sur la loi applicable aux obligations alimentaires envers les enfants |
gen. | Σύμβαση για το εφαρμοστέο Δίκαιο όσον αφορά τη μεταβίβαση κυριότητας στη διεθνή πώληση κινητών πραγμάτων | Convention sur la loi applicable au transfert de la propriété en cas de vente à caractère international d'objets mobiliers corporels |
gen. | Σύμβαση για το κατώτατο όριο ηλικίας των ανηλίκων στις μη βιομηχανικές εργασίες | Convention sur l'âge minimum travaux non industriels, de 1932 C33 |
gen. | Σύμβαση για το κατώτατο όριο ηλικίας των ανηλίκων στις μη βιομηχανικές εργασίες αναθεωρημένη | Convention révisée sur l'âge minimum travaux non industriels, de 1937 C60 |
gen. | Σύμβαση για το κατώτατο όριο ηλικίας των ανηλίκων στις μη βιομηχανικές εργασίες | Convention concernant l'âge d'admission des enfants aux travaux non industriels |
gen. | σύμβαση παροχής υπηρεσιών που συνάπτεται προς το συμφέρον της Επιτροπής | marché de prestation de services passé dans l'intérêt de la Commission |
gen. | Σύμβαση "περί προστασίας εκ των κινδύνων δηλητηριάσεως των οφειλομένων εις το βενζόλιον" | Convention sur le benzène, 1971 |
gen. | Σύμβαση "περί προστασίας εκ των κινδύνων δηλητηριάσεως των οφειλομένων εις το βενζόλιον" | Convention concernant la protection contre les risques d'intoxication dus au benzène |
gen. | Σύμβαση σχετικά με την αρμοδιότητα των αρχών και το εφαρμοστέο Δίκαιο όσον αφορά την προστασία των ανηλίκων | Convention concernant la compétence des autorités et la loi applicable en matière de protection des mineurs |
gen. | Σύμβαση της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών μεταξύ κρατών και διεθνών οργανισμών ή μεταξύ διεθνών οργανισμών | Convention de Vienne sur le droit des traités entre Etats et organisations internationales ou entre organisations internationales |
gen. | τέκνο που γεννήθηκε μετά το θάνατο του πατέρα του | enfant posthume |
gen. | τα θέματα που διέπονται από το παρόν κεφάλαιο | la matière régie par le présent chapitre |
gen. | τα κατά τον νόμο και το καταστατικό αποθεματικά | les réserves légales et statutaires |
gen. | τα μέλη αυτά ορίζονται από το Συμβούλιο | ces membres sont désignés par le Conseil |
gen. | τεκμήριο συναίνεσης του κράτους μέλους από το οποίο ζητείται η έκδοση | présomption de consentement de l'Etat membre requis |
gen. | τιμή πιθανότητας κάτω της οποίας αγνοείται το σχετικό γεγονός | probabilité éliminatoire aux fins de sélection |
gen. | τιμή πιθανότητας λαμβανόμενη υπόψη κατά το σχεδιασμό | probabilité pour la base de conception |
gen. | το έργο της επιθεωρήσεως | activité d'inspection |
gen. | το αέριο αναμειγνύεται καλά με τον αέρα,εύκολα σχηματίζονται εκρηκτικά μείγματα | le gaz s'associe bien à l'air et des mélanges explosifs se forment rapidement |
gen. | το αέριο είναι βαρύτερο από τον αέρα | le gaz est plus lourd que l'air |
gen. | το αέριο είναι ελαφρύτερο από τον αέρα | le gaz est plus léger que l'air |
gen. | το αίμα και τα παράγωγά του | le sang et ses dérivatifs |
gen. | το αερόλυμα αυτής της ουσίας είναι διαβρωτικό για... | l'aérosol de cette substance est corrosif pour... |
gen. | το αερόλυμα αυτής της ουσίας ερεθίζει... | l'aérosol de cette substance est irritant... |
gen. | το αιτούν Kράτος | l'Etat demandeur |
gen. | Το ακρωτήριο της Λευκάτης | Cap Leucate |
gen. | το αργότερο | au plus tard |
gen. | το αργότερο σε έξι μήνες από τον καθορισμό αυτό | au plus tard six mois après cette détermination |
gen. | το ασυμβίβαστο γνωστοποιείται | notifier les incompatibilités |
gen. | το γλωσσικό καθεστώς των οργάνων της Kοινότητος | le régime linguistique des institutions de la Communauté |
gen. | το δελτίο άδειας παραμονής θεωρείται εκ νέου | la carte de séjour est revalidée |
gen. | το Δικαστήριο αρχίζει τις εργασίες του μόλις διορισθούν τα μέλη του | la Cour de justice entre en fonctions dès la nomination de ses membres |
gen. | το Δικαστήριο είναι αρμόδιο επί οποιασδήποτε διαφοράς | la Cour de justice est compétente pour statuer sur tout différend |
gen. | το Δικαστήριο συνεδριάζει κανονικά σε τμήματα | le Tribunal siège normalement en chambres |
gen. | το δοχείο διατηρείται ερμητικά κλεισμένο | conserver le récipient bien fermé |
gen. | το δοχείο διατηρείται ερμητικά κλεισμένο | S7 |
gen. | το δοχείο διατηρείται ερμητικά κλεισμένο και προστατεύεται από την υγρασία | S78 |
gen. | το δοχείο διατηρείται ερμητικά κλεισμένο και προστατεύεται από την υγρασία | conserver le récipient bien fermé et à l'abri de l'humidité |
gen. | το δοχείο διατηρείται ερμητικά κλεισμένο και προστατεύεται από την υγρασία | S7/8 |
gen. | το δοχείο διατηρείται ερμητικά κλεισμένο και προστατεύεται από την υγρασία | S7-8 |
gen. | το δοχείο διατηρείται ερμητικά κλεισμένο και σε καλά αεριζόμενο μέρος | S7/9 |
gen. | το δοχείο διατηρείται ερμητικά κλεισμένο και σε καλά αεριζόμενο μέρος | S79 |
gen. | το δοχείο διατηρείται ερμητικά κλεισμένο και σε καλά αεριζόμενο μέρος | conserver le récipient bien fermé et dans un endroit bien ventilé |
gen. | το δοχείο διατηρείται ερμητικά κλεισμένο και σε καλά αεριζόμενο μέρος | conserver le récipient bien fermé dans un endroit bien ventilé |
gen. | το δοχείο διατηρείται ερμητικά κλεισμένο και σε καλά αεριζόμενο μέρος | S7-9 |
gen. | το δοχείο να διατηρείται σε καλά αεριζόμενο μέρος | conserver le récipient dans un endroit bien ventilé |
gen. | το δοχείο να διατηρείται σε καλά αεριζόμενο μέρος | S9 |
gen. | το δοχείο να προστατεύεται από υγρασία | conserver le récipient à l'abri de l'humidité |
gen. | το δοχείο να προστατεύεται από υγρασία | S8 |
gen. | το επίπεδο ελευθερώσεως που έχει επιτευχθεί κατ'εφαρμογή των αποφάσεων του Συμβουλίου | le niveau de libération réalisé en application des décisions du Conseil |
gen. | το ζήτημα παραπέμπεται στη διαδικασία συμφιλίωσης | soumettre la question à une procédure de conciliation |
gen. | το θέμα της ημερησίας διατάξεως που συζητείται | le point de l'ordre du jour à l'examen |
gen. | το θερμό υγρό ενδέχεται να προκαλέσει σοβαρά εγκαύματα στο δέρμα | le liquide chaud peut causer de graves brûlures cutanées |
gen. | το ιδιαίτερο καθεστώς συνδέσεως που ορίζεται στο τέταρτο μέρος της συνθήκης | le régime spécial d'association défini dans la quatrième partie de ce Traité |
gen. | το Eιδικό Συμβούλιο Yπουργών,το οποίο καλείται στο εξής "το Συμβούλιο" | Conseil Spécial de Ministres |
gen. | το κείμενο διατυπώνεται ως εξής | lire le texte comme suit |
gen. | το κεφάλαιο του Oργανισμού και ο τρόπος για την κάλυψη του | le capital de l'Agence et les modalités selon lesquelles il est souscrit |
gen. | το κλείσιμο κάθε χρήσεως | la clôture de chaque exercice |
gen. | το Κοινοβούλιο έχει το δικαίωμα να προσφύγει στο Δικαστήριο | "le Parlement est recevable à saisir la Cour" |
gen. | το Κοινοβούλιο συνέρχεται αυτοδικαίως | le Parlement se réunit de plein droit |
gen. | το Κοινοβούλιο συνέρχεται σε πανηγυρική συνεδρίαση | Parlement réuni en séance solennelle |
gen. | το Κοινοβούλιο συνεδριάζει,οποιοσδήποτε και αν είναι ο αριθμός των παρόντων βουλευτών του | le Parlement est toujours en nombre pour délibérer |
gen. | το κοινοτικό "φίδι" | "serpent" communautaire |
gen. | το κοινό δασμολόγιο εφαρμόζεται πλήρως | le tarif douanier commun est aPpliqué intégralement |
gen. | το Κράτος στο οποίο γίνεται η διαπίστευση | Etat accréditaire |
gen. | το Κυπριακό | la question chypriote |
gen. | το λεγόμενο σύστημα "ενοποίησης" | système dit "de globalisation" |
gen. | το μέλος αυτό δύναται να απαλλαγεί των καθηκόντων του | ce membre peut être déclaré démissionnaire |
gen. | το μέρος της ράχης του μπροστινού τετάρτου | partie dorsale du quartier avant |
gen. | το μήνα ; κατά μήνα | par mois |
gen. | το μετά τη Χάγη Πρόγραμμα | programme post-La Haye |
gen. | το μετά τη Χάγη Πρόγραμμα | programme de Stockholm |
gen. | το μετρούμενο μέγεθος | grandeur de mesure |
gen. | το πειθαρχικό συμβούλιο διέταξε τη διενέργεια ανάκρισης | le conseil de discipline a fait procéder à une enquête |
gen. | το προσαπτόμενο | faits reprochés |
gen. | Το πρόγραμμα της Χάγης: ενίσχυση της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης στην Ευρωπαϊκή Ένωση | Programme de La Haye |
gen. | Το πρόγραμμα της Χάγης: ενίσχυση της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης στην Ευρωπαϊκή Ένωση | Le programme de La Haye: renforcer la liberté, la sécurité et la justice dans l'Union européenne |
gen. | το πρώτο στάδιο παρατείνεται για ένα ακόμη έτος | la première étape est prolongée d'une année supplémentaire |
gen. | το Kράτος μέλος που αγνοεί τη σύσταση της Eπιτροπής | l'Etat membre qui passe outre à la recommandation de la Commission |
gen. | το Σινά | péninsule du Sinaï |
gen. | το Σινά | Sinaï |
gen. | το σκεπτικό του κανονισμού που αρχίζει με τη λέξη "εκτιμώντας" | la motivation du règlement commençant par le mot "considérant" |
gen. | το Συμβούλιο έχει εξουσία λήψεως αποφάσεων | le Conseil dispose d'un pouvoir de décision |
gen. | το Συμβούλιο αποφασίζει με την πλειοψηφία των μελών του | les délibérations du Conseil sont acquises à la majorité des membres qui le composent |
gen. | το Συμβούλιο δύναται να ανακαλέσει την άδεια αυτή | cette autorisation peut être révoquée par le Conseil |
gen. | το Συμβούλιο δύναται να αποφασίσει την πα29ση του μέλους | le Conseil peut suspendre ce membre de ses fonctions |
gen. | το Συμβούλιο δύναται να αποφασίσει ότι δεν συντρέχει λόγος αντικαταστάσεως | le Conseil peut décider qu'il n'y a pas lieu à remplacement |
gen. | το Συμβούλιο δύναται να επεκτείνει το ευεργέτημα των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου σε... | le Conseil peut étendre le bénéfice des dispositions du présent chapitre à... |
gen. | το Συμβούλιο εκδίδει κανονισμούς | le Conseil arrête des règlements |
gen. | το Συμβούλιο εκδίδει τον κανονισμό περί της υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων | le Conseil arrête le statut des fonctionnaires |
gen. | το Συμβούλιο εκδίδει τους δημοσιονομικούς κανονισμο29ς | le Conseil arrête les règlements financiers |
gen. | το Συμβούλιο καθορίζει επίσης κάθε αποζημίωση που επέχει θέση αποδοχών | le Conseil fixe également toutes indemnités tenant lieu de rémunération |
gen. | το Συμβούλιο και η Eπιτροπή προβαίνουν σε αμοιβαίες διαβουλεύσεις | le Conseil et la Commission procèdent à des consultations réciproques |
gen. | το Συμβούλιο και η Eπιτροπή ρυθμίζουν τους τρόπους συνεργασίας τους | le Conseil et la Commission organisent les modalités de leur collaboration |
gen. | το Συμβούλιο προτρέπει την Κοινότητα...; το Συμβούλιο απευθύνει θερμή προτροπή στην Κοινότητα... | le Conseil invite la Communauté... |
gen. | το σύνολο του Ταμείου | l'ensemble du Fonds |
gen. | το σύστημα σταθερών ανταλλαγών εφαρμόζεται και στην περίπτωση αποκατάστασης ή ρύθμισης για λειτουργία | le système des échanges standard s'applique également en cas de remise en l'état ou de mise au point |
gen. | το τέλος της αποικιοκρατίας | la décolonisation |
gen. | το υγρό απολιπαίνει το δέρμα | le liquide dégraisse la peau |
gen. | το υγρό ενδέχεται να προκαλέσει κρυοπάγημα | le liquide peut causer des gelures |
gen. | το υδατικό διάλυμα είναι ασθενής βάση | la solution dans l'eau est une base faible |
gen. | το υλικό αυτό και/ή το περίβλημά του να θεωρηθούν κατά τη διάθεσή τους επικίνδυνα απόβλητα | éliminer le produit et son récipient comme un déchet dangereux |
gen. | το υλικό αυτό και/ή το περίβλημά του να θεωρηθούν κατά τη διάθεσή τους επικίνδυνα απόβλητα | éliminer le produit et/ou son récipient comme un déchet dangereux |
gen. | το υλικό αυτό και/ή το περίβλημά του να θεωρηθούν κατά τη διάθεσή τους επικίνδυνα απόβλητα | S60 |
gen. | το υλικό των σωληνώσεων για αυτό το αέριο δεν πρέπει να περιέχει πάνω από 63 επί τοις εκατό χαλκό | les canalisations ne doivent pas contenir plus de 63 pour cent de cuivre pour ce gaz |
gen. | το υπογράφον Kράτος | l'Etat signataire |
gen. | το φορτίζειν | charger |
gen. | τοíχος Trombe | capteur à mur accumulateur |
gen. | τοíχος Trombe | capteur-mur |
gen. | τοíχος Trombe | collecteur mural |
gen. | τοíχος Trombe | mur Trombe |
gen. | τοíχος Trombe | mur capteur |
gen. | τοíχος Trombe | mur solaire |
gen. | τοíχος Trombe | insolateur mural |
gen. | τοíχος Trombe | capteur mural |
gen. | τοíχος Trombe | capteur Trombe |
gen. | το όνομα του βουλευτή που κληρώθηκε | le nom du député désigné par le sort |
gen. | το όργανο,του οποίου η παράλειψη εκηρύχθη αντίθετη προς την παρούσα συνθήκη | l'institution dont l'abstention a été déclarée contraire au présent Traité |
gen. | το όργανο,του οποίου η πράξη εκηρύχθη άκυρη | l'institution dont émane l'acte annulé |
gen. | το ύψος των διαφυγόντων ιδίων πόρων ή δαπανών εις βάρος του κοινοτικού προϋπολογισμού που έχουν πραγματοποιηθεί αντικανονικά ή έχουν δολίως εκτραπεί του σκοπού τους | les montants de ressources propres éludées ou de dépenses à charge du budget communautaire effectuées irrégulièrement ou détournées frauduleusement |
gen. | τομέας που διέπεται από το καθεστώς της ομοφωνίας | secteur régi par la règle de l'unanimité |
gen. | τομεακή ομάδα για το κράτος δικαίου | groupe de travail sectoriel "État de droit" |
gen. | τοξικό σε επαφή με το δέρμα | toxique par contact avecla peau |
gen. | τοξικό σε επαφή με το δέρμα | R24 |
gen. | τοξικό σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | toxique par contact avec la peau et par ingestion |
gen. | τοξικό σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R24/25 |
gen. | τοξικό σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R2425 |
gen. | τοξικό σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R24-25 |
gen. | τοξικό όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | R2324 |
gen. | τοξικό όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | toxique par inhalation et par contact avec la peau |
gen. | τοξικό όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | R23/24 |
gen. | τοξικό όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | R23-24 |
gen. | τοξικό όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R232425 |
gen. | τοξικό όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | toxique par inhalation, par contact avec la peau et par ingestion |
gen. | τοξικό όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | toxique par inhalation,par contact avec la peau et par ingestion |
gen. | τοξικό όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R23/24/25 |
gen. | τοξικό όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R23-24-25 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα | R39/24 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα | R3924 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα | toxique: danger d'effets irréversibles très graves par contact avec la peau |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα | toxique:danger d'effets irréversibles très graves par contact avec la peau |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα | R39-24 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R39-23-24-25 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R39/23/24/25 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R39232425 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | toxique: danger d'effets irréversibles très graves par inhalation, par contact avec la peau et par ingestion |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | toxique: danger d'effets irréversibles très graves par contact avec la peau et par ingestion |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R39/24/25 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R392425 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R39-24-25 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | R39/23/24 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | R392324 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | toxique: danger d'effets irréversibles très graves par inhalation et par contact avec la peau |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | toxique:danger d'effets irréversibles très graves par inhalation et par contact avec la peau |
gen. | τοξικό:κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | R39-23-24 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση σε επαφή με το δέρμα | toxique: risque d'effets graves pour la santé en cas d'exposition prolongée par contact avec la peau |
gen. | τοξικό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση σε επαφή με το δέρμα | R48/24 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση σε επαφή με το δέρμα | R4824 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση σε επαφή με το δέρμα | R48-24 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R482425 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | toxique: risque d'effets graves pour la santé en cas d'exposition prolongée par contact avec la peau et par ingestion |
gen. | τοξικό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R48/24/25 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R48-24-25 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | toxique: risque d'effets graves pour la santé en cas d'exposition prolongée par inhalation et par contact avec la peau |
gen. | τοξικό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | R48/23/24 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | R482324 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα | R48-23-24 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | toxique: risque d'effets graves pour la santé en cas d'exposition prolongée par inhalation, par contact avec la peau et par ingestion |
gen. | τοξικό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R48/23/24/25 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R48232425 |
gen. | τοξικό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως | R48-23-24-25 |
gen. | υλικό υαλοπίνακα ασφαλείας απαιτούμενο για το εμπρός οπτικό πεδίο του οδηγού | vitrages de sécurité situés dans le champ de vision vers l'avant du conducteur |
gen. | υλικό υαλοπίνακα ασφαλείας απαιτούμενο για το πίσω οπτικό πεδίο του οδηγού | vitrages de sécurité situés dans le champ de vision indirecte du conducteur |
gen. | υπερβαίνω το περιθώριο εκτιμήσεως | outrepasser la marge d'appréciation |
gen. | υποχρέωση διαβουλεύσεως με το Κοινοβούλιο | obligation de consulter le Parlement |
gen. | Υφυπουργός Κυβερνήσεως και Υφυπουργός του Υπουργείου Επιχειρήσεων και Απασχόλησης, με ειδική αρμοδιότητα για το εμπόριο και την τεχνολογία και τα θέματα των καταναλωτών | ministre adjoint auprès du gouvernement et au ministère de l'entreprise et de l'emploi, chargé du commerce, de la technologie et de la protection des consommateurs |
gen. | Υφυπουργός παρά τω Υπουργώ Βιομηχανίας, υπεύθυνη για το Εξωτερικό Εμπόριο | secrétaire d'Etat auprès du ministre de l'industrie, chargé du commerce extérieur |
gen. | Υφυπουργός Προεδρίας της Κυβέρνησης Tαnaiste και Υπουργείου Οικονομικών, υπεύθυνος για το Πρόγραμμα Εθνικής Ανάπτυξης | ministre adjoint au ministère des finances, chargé des dépenses publiques |
gen. | φυσικά γεγονότα λαμβανόμενα υπόψη κατά το σχεδιασμό | Phénomènes naturels de référence |
gen. | φωτιστικές διατάξεις για τροφοδοσία από το δίκτυο | luminaires pour alimentation par le secteur |
gen. | χειριστείτε και ανοίξτε το δοχείο προσεκτικά | manipuler et ouvrir le récipient avec prudence |
gen. | χειριστείτε και ανοίξτε το δοχείο προσεκτικά | S18 |
gen. | χώρα που βρέχεται από το Δούναβη | état riverain du Danube |
gen. | όπλο για το οποίο απαιτείται δήλωση | arme soumise à déclaration |
gen. | όργανο από το οποίο προέρχεται ο υπάλληλος | institution d'origine d'un fonctionnaire |
gen. | όταν το χρησιμοποιείτε μην τρώτε,πίνετε ή καπνίζετε | ne pas manger,ne pas boire et ne pas fumer pendant l'utilisation |
gen. | όταν το χρησιμοποιείτε μην τρώτε,πίνετε ή καπνίζετε | S2021 |
gen. | όταν το χρησιμοποιείτε μην τρώτε,πίνετε ή καπνίζετε | ne pas manger, ne pas boire et ne pas fumer pendant l'utilisation |
gen. | όταν το χρησιμοποιείτε μην τρώτε,πίνετε ή καπνίζετε | S20/21 |
gen. | όταν το χρησιμοποιείτε μην τρώτε,πίνετε ή καπνίζετε | S20-21 |