DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject General containing συλλογή | all forms
GreekFrench
αυτόματη συλλογή δεδομένωνrecueil automatique des données
ενσίρωση χορτονομής συμπεριλαμβανομένων των τάφρων για τη συλλογή των υγρών της ενσίρωσηςle stockage d'ensilage y compris les fosses des collectes des jus d'ensilage
Κοινοτικό πρόγραμμα ενεργειών για τη διατήρηση,το χαρακτηρισμό,τη συλλογή και τη χρησιμοποίηση των γενετικών πόρων στη γεωργίαProgramme communautaire d'actions concernant la conservation,la caractérisation,la collecte et l'utilisation des ressources génétiques en agriculture
συλλογή, αποθήκευση, επεξεργασία, ανάλυση και ανταλλαγή πληροφοριώνcollecte, stockage, traitement, analyse et échange des informations
συλλογή πληροφοριών για την κατάστασηcollecte des informations sur la situation
συλλογή πρακτικών συμπεφωνημένων μεταξύ των κρατών μελών εντός των πλαισίων του Κώδικα ΣυμπεριφοράςRecueil des pratiques convenues par les États membres dans le cadre du code de conduite
συλλογή των βέλτιστων πρακτικώνrecueil des meilleures pratiques
συλλογή των προτύπων των Διεθνών ΕισιτηρίωνRecueil des Modèles de Billets Internationaux
συλλογή υλικών αποδεικτικών στοιχείων' συλλογή πειστηρίωνrelevé et conservation des traces et empreintes