DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Industry containing συμπίεση | all forms
GreekGerman
είδος που λαμβάνεται με συμπίεση σε καλούπιαFormartikel
ελαστικοποίηση με συμπίεσηStauchkammer-Texturierung
εμβολοφόρεος κινητήρας στον οποίο η ανάφλεξη γίνεται με συμπίεσηKolbenverbrennungsmotor mit Selbstzündung
κινητήρας με έμβολο όπου η ανάφλεξη γίνεται με συμπίεσηKolbenverbrennungsmotor mit Selbstzündung
Eλευθέρα συμπίεση χωρίς δακτυλίδιFreipressen
μήτρα με συμπίεση για κεραμίδια από γυαλίPressform fuer Glasdachziegel
μηχανή για τη συμπίεση της βαφήςFaerbe-Foulard
μηχανή με κύλινδρους για τη συμπίεση των υφασμάτωνZylinderwalkmaschine zum Walken von Geweben
Aντοχή σε συμπίεση εν ψυχρώKaltdruckfestigkeit
ξηρή συμπίεσηTrockenpresse
ρήγμα από συμπίεσηPressriss
συμπίεση υπό υψηλή θερμοκρασίαHochtemperaturpressung
υψίθερμη συμπίεσηHochtemperaturpressung