DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Mechanic engineering containing ροή | all forms
GreekGerman
ανάστροφη ροή που δημιουργείται διαμέσου των ανοχών στεγανότηταςSpaltrueckstrom
διαχωρισμένη ροήabgerissene Strömung
διαχωρισμένη ροήabgelöste Strömung
εισερχόμενη ροή ψυκτικού μέσουeintretender Kuehlmittelstrom
ελάχιστη ροή ελέγχουminimaler Steürstrom
ελεγχόμενη ροή κατά την άφορτη λειτουργίαnicht unter Last stehender gesteuerter Strom
ηλεκτρικός διακόπτης ενεργοποιούμενος από τη ροήStrömungsschalter
καταψύκτης με ροή ρευστούFliessbettfroster
κρίσιμος ροήkritische Strömung
μαγνητική ροή δρομέαLaeufer-Fluss
μαγνητική ροή δρομέαRotor-Fluss
μαγνητική ροή δρομέαAnker-Fluss
παλινδρόμηση πτερυγίων κάθετη προς τη ροήSchlagen
παράλληλος ροήParallelstrom
παρακαμπτήρια ροήNebenstrom
ροή από πρόσκρουση ταχυρεύματοςStrömung am Auftreffpunkt des Düsenstrahls
ροή διαμέσου ανοίγματος,οπήςDurchflussoeffnung
ροή διαμέσου ενός στροφείου στροβιλοκινητήραLuftströmung durch den Rotor
ροή εισόδουSchluckstrom am Eingang
ροή επανακυκλοφορίας ψυκτικού μέσουKuehlmittelumwaelzmenge
ροή κατά παλμούςpulsierende Stroemung
ροή μάζας του ψυκτικού αερίουKuehlgasmassenstrom
ροή μάζας ψυκτικού μέσουKuehlmittelmassenstrom
ροή παράκαμψηςNebenstrom
ροή σε παράκαμψηabgerissene Strömung
ροή σε παράκαμψηabgelöste Strömung
ροή ταχυρεύματος εξαγωγήςStrahlverlauf
ροή υδροστροβίλουNenndurchfluss
ροή ψυκτικού μέσουKuehlmittelmenge
ροή ψυκτικού μέσουKuehlmittelstrom
ροή ψυκτικού μέσουKuehlmitteldurchsatz
ροή ψυκτικού μέσου διά τινοςKuehlmitteldurchfluss