Terms containing ιδιοχαρακτηριστικό | all forms
Subject | Greek | German |
commun., IT | δευτερεύον ιδιοχαρακτηριστικό | Sekundärattribut |
IT, dat.proc. | ιδιοχαρακτηριστικό αναφοράς περιεχομένου | Inhaltsreferenz |
IT, dat.proc. | ιδιοχαρακτηριστικό ζεύξης | Verbindungsattribut |
IT, dat.proc. | ιδιοχαρακτηριστικό παραγράφου | Absatzformat |
dat.proc. | ιδιοχαρακτηριστικό στοιχείου | Attribut eines Elementes |
dat.proc. | ιδιοχαρακτηριστικό στοιχείου | Attribut |
IT, dat.proc. | ιδιοχαρακτηριστικό συμβολισμού | Notationsattribut |
commun., IT | ιδιοχαρακτηριστικό σύνδεσης | Verbindungsmerkmal |
commun., IT | ιδιοχαρακτηριστικό σύνδεσης | ISDN-Verbindungsmerkmal |
commun., IT | ιδιοχαρακτηριστικό σύνδεσης στο ISDN | Verbindungsmerkmal |
commun., IT | ιδιοχαρακτηριστικό σύνδεσης στο ISDN | ISDN-Verbindungsmerkmal |
commun., IT | ιδιοχαρακτηριστικό υπηρεσίας | Fernmelde-Dienstmerkmal |
commun., IT | ιδιοχαρακτηριστικό υπηρεσίας | Telekommunikations-Dienstmerkmal |
commun., IT | ιδιοχαρακτηριστικό υπηρεσίας | Dienstmerkmal |
IT, dat.proc. | ιδιοχαρακτηριστικό χαρακτήρων | Schriftartattribut |
IT, dat.proc. | μη υποχρεωτικό ιδιοχαρακτηριστικό | wahlfreies Attribut |
IT, dat.proc. | μη υποχρεωτικό ιδιοχαρακτηριστικό | nicht-obligatorisches Attribut |
commun., IT | πρωτεύον ιδιοχαρακτηριστικό | Primärattribut |
commun., IT | πρότυπο ιδιοχαρακτηριστικό | Standard-Attribut |
IT, dat.proc. | σταθερό ιδιοχαρακτηριστικό | festes Attribut |
IT, dat.proc. | τρέχον ιδιοχαρακτηριστικό | jeweiliges Attribut |
IT, dat.proc. | τρέχον ιδιοχαρακτηριστικό | aktuelles Attribut |
IT, dat.proc. | τυπογραφικό ιδιοχαρακτηριστικό | typografisches Attribut |
IT, dat.proc. | υπονοήσιμο ιδιοχαρακτηριστικό | variables Attribut |
IT, dat.proc. | υποχρεωτικό ιδιοχαρακτηριστικό | zwingendes Attribut |
IT, dat.proc. | υποχρεωτικό ιδιοχαρακτηριστικό | obligatorisches Attribut |